Το πορτρέτο της σιωπής, της Τέσυς Μπάιλα, Εκδόσεις ΕΝΑΣΤΡΟΝ, 2013, Σελ. 371,
Γράφει η Πασχαλία Τραυλού / Συγγραφέας – λογοτέχνης / tnomik11@yahoo.gr
Ο Χριστόφορος, ο ήρωας του βιβλίου, είναι ένας αναχωρητής του αισθητού, που έψαχνε το μονοπάτι της αυτογνωσίας μέσα από τις αισθήσεις. Αναζητούσε την αθέατη ομορφιά του κόσμου, την αόρατη φύση του. Δεν έψαχνε να βρει τον Ποιητή αλλά την ίδια την Ποίηση, την κρυμμένη καλά μέσα του. Ο Χριστόφορος, ένας ιδιόρρυθμος «ποιητής» και ο ίδιος, προσπαθούσε να ανακαλύψει την προσωπική ταυτότητα για να ορίσει τα όνειρά του.
«Το δοξάρι του άγγιζε τις χορδές, όπως ένα βλέμμα ξέρει να γλιστρά πάνω στην αγαπημένη σάρκα για να χαρίσει στοργή, με την τρυφεράδα του έρωτα ζωγραφισμένη πάνω του… Η ζωή του, άγκυρα ριγμένη στα σκοτεινά βάθη, στ’ άπατα ν’ αναζητά βράχο να δέσει και να σκουριάζει στην υγρή της αιχμαλωσία…»
Ο Χριστόφορος έχει δυο αγάπες: τη θάλασσα και τη μουσική. Δυο αγάπες που δεν συγκρίνονται και υπερνικούν οποιεσδήποτε άλλες. Ακόμη κι εκείνη της μάνας, της τραγικής Φωτεινής. Ακόμη κι εκείνης για τη σάρκα της γυναίκας που την αντιπροσωπεύει στο βιβλίο η Κατερίνα, η αγαπημένη του.
Η Φωτεινή είναι η κλασική φιγούρα της Ελληνίδας μάνας που επιθυμεί μια συμβατική ευτυχία για το παιδί της και απογοητεύεται όταν εκείνο επιλέγει δύσβατους δρόμους. Η Κατερίνα πάλι είναι η κλασική persona που αντιμετωπίζει με αξιοπρέπεια και θάρρος την επιθυμία φυγής του αγαπημένου της, παρόλο που γνωρίζει ότι στην κλειστή κοινωνία του νησιού διατρέχει τον κίνδυνο να πέσει θύμα των αυστηρών ηθών εξαιτίας της εξώγαμης κυοφορίας ενός παιδιού.
Μόνο ο παπά Μάρκος δέχεται την απόφαση του ήρωα χωρίς αντιρρήσεις και ενδοιασμούς, επειδή προφανώς είναι ο ήρωας που έχει καλύτερη επαφή με το ασύλληπτο, το αθέατο και το υπερβατικό.
«Τον καλεί ο Θεός… Πώς να τα βάλεις δόλια Φωτεινή, με τον Θεό;»
«Ο Θεός είναι για τον καθένα μας κάτι διαφορετικό. Μα παραμένει πάντα ένας ισχυρός άξονας και γύρω του περιστρέφονται ούλα. Όλοι αγωνιζόμαστε να βρούμε την ελπίδα, για να αντιμετωπίσουμε τον ίδιο μας τον εαυτό και να γίνουμε πραγματικοί άνθρωποι…. Ο Θεός δεν βρίσκεται μόνο στις εκκλησιές και στα μοναστήρια… Βρίσκεται παντού, μα πιο πολύ είναι εκεί όπου ο καθένας μας θέλει να φτάσει…. Ο δικός μου ο Θεός μου μιλάει κάθε πρωί κι εγώ του λέω τα μυστικά μου εδώ στο χωράφι»
Ιδιαίτερα γοητευτικός μυθιστορηματικός ήρωας, ο μυστηριώδης, σιωπηλός μοναχός Ιάκωβος που καταφθάνει στο Άγιο Όρος προκαλώντας διάφορες υποθέσεις, για να αποδειχτεί στην πορεία ότι προορισμός του δεν ήταν απλώς η ικανοποίηση μιας υπερφίαλης φιλοδοξίας για κάποιο βραβείο αλλά η συμμετοχή του στο παιχνίδι της αγάπης. Στην πορεία του βιβλίου ο Χριστόφορος, αναδεικνύεται σε ένα μοναχικό οδοιπόρο του κόσμου, που απαρνιέται την ομορφιά της ζωής για να μάθει στο τέλος ότι το νόημα της ζωής ήταν ακριβώς εκείνο που απαρνήθηκε.
Το πορτρέτο της σιωπής απέχει πολύ από το να είναι ένα ρομαντικό μυθιστόρημα και οι ήρωες είναι εξιδανικευμένοι. Η συγγραφέας καταλήγει στην εξύμνηση του έρωτα μέσα απ’ την άρνηση και όχι μέσα από τη βίωσή του. Μες στις σελίδες του βιβλίου υπάρχουν απαντήσεις για τα διαφορετικά ταξίδια ψυχής που επιλέγουν οι «αλλιώτικοι», εκείνοι που δεν βολεύονται με τις εύκολες λύσεις. Υπάρχουν απόψεις για τη μουσική, τα όνειρα, τον έρωτα, το Θεό και τους ανθρώπους. Υπάρχουν φωτογραφίες και πορτρέτα των σιωπών που είναι κρυμμένες πίσω απ’ την ανθρώπινη φλυαρία. Υπάρχουν χρώματα, αρώματα και αποφθεγματικές ρήσεις, συνεισφέροντας αρμονικά σε αυτό το παζλ της αισθητικής απόλαυσης.
Η Τέσυ Μπάλια επιχειρεί ήδη από το πρώτο της βιβλίο να απαρνηθεί τη γραμμική αφήγηση και να αποτολμήσει δύσκολες αναδρομές σε προγενέστερο χρόνο, χωρίς να μπερδεύει τον αναγνώστη καθώς οι μεταβάσεις της στον ενεστώτα γίνονται αβίαστα και αποκρυσταλλωμένα.
Την τεχνική της ωστόσο σηματοδοτούν επίσης, μοναδικά ευρήματα που κινούν την πλοκή της ιστορίας και διατηρούν αμείωτο το ενδιαφέρον. Σ’ αυτό συμβάλλουν αφενός η ιδιαίτερη μελέτη του μοναχικού βίου και οι σκηνοθετικές λεπτομέρειες, όσο και οι γνώσεις της στην τέχνη της φωτογραφίας που καθιστά τις περιγραφές τόσο των φωτογραφιών που χρησιμοποιεί η συγγραφέας όσο και τη γενικότερη εικονοπλασία του βιβλίου της, ιδιαίτερα αποτελεσματικές. Στη γλώσσα της συγγραφέως εύκολα διακρίνει κανείς επιρροές από την ποίηση του Ελύτη, τη μυθιστορηματική ατμόσφαιρα του Καζαντζάκη και τις ηθικέςς αξίες στο έργο του Σαμαράκη.
Το τέλος του βιβλίου ομολογουμένως ξαφνιάζει αλλά είναι η απόδειξη ότι η συγγραφέας δεν αποζητά στη λογοτεχνική της περιπέτεια τις εύκολες λύσεις. Κάνει ένα μακροβούτι στην ψυχή του ήρωά της τονίζοντας πως το σκοτάδι που υπάρχει στην ψυχή καθενός δεν ερμηνεύεται πάντα με τις πεπερασμένες δυνατότητες της λογικής. Η θλίψη και η μελαγχολία συχνά συντηρούνται επειδή αυτές μπορεί να αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του ψυχισμού, κι αν ο άνθρωπος τις απαρνηθεί, παύει να είναι ο εαυτός του. Ο Χριστόφορος ανήκει στη χορεία αυτών των αλλιώτικων πλασμάτων που υπάρχουν για να υπενθυμίζουν ότι η ζωή δεν είναι γεωμετρία αλλά ακροβασία ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου