Κυριακή 28 Απριλίου 2013

ΓΥΑΛΙΝΟΣ ΧΡΟΝΟΣ από τη δημοσιογράφο Μαριάννα Νάννου, στην παρουσίαση στο Εθνολογικό Μουσείο Θράκης


Εθνολογικό Μουσείο Θράκης, 20/04/2013

 

Η υψηλή αναγνωστική αξία του βιβλίου της Πασχαλίας Τραυλού έγκειται στο γεγονός ότι δεν πρόκειται για ένα βιβλίο που γράφτηκε για να τέρψει ή να κολακεύσει τον αναγνώστη του. Δεν είναι ένα βιβλίο που διαρκεί όσο τα απογεύματα που απαιτούνται για την ανάγνωσή του. Απεναντίας, είναι ένα βιβλίο που εξοφλεί το χρέος του προς το κοινό του σε βάθος χρόνου, εξοπλίζοντας με βέλη τη φαρέτρα του αναγνώστη, προκειμένου έτσι να τον προετοιμάσει για τις μεγαλύτερες μάχες της ζωής του, την αναμέτρηση με τον θάνατο και την μάχη για να κατακτήσει την ζωή.  


Με την είδηση ότι της απομένουν τέσσερις μήνες ζωής, η Βέρα Δελλή, η κεντρική ηρωίδα του βιβλίου, συγγραφέας και η ίδια, συγκρούεται με όλα τα λάθη της ζωής της, τόσο τα δικά της, όσο και των άλλων, και επιδιώκει να ενώσει τα «σπασίματά» της μέσα από την αγάπη και την -πάντοτε δύσκολη- συμφιλίωση με το παρελθόν. Τα στενά όρια του εύθραυστου γυάλινου χρόνου που της απομένει, σπάνε όταν αποφασίζει να κόψει και να ράψει τα όνειρά της ώστε να χωρέσουν στα μέτρα του. Έτσι, τα δώδεκα βιβλία που ονειρευόταν να γράψει, γίνονται δώδεκα σύντομες ιστορίες που εγκιβωτίζονται στην αφήγηση και καταφέρνουν, όπως ακριβώς και τα παραμύθια ή τα χωρικά στην αρχαία τραγωδία, να διατηρήσουν την δύναμη του μικρού μήκους τους και να διδάξουν από ποιο υλικό είναι φτιαγμένα τα νοήματα, τα όνειρα, οι σχέσεις, τα πάθη και οι αδυναμίες που γεμίζουν το κάδρο στη ζωή του ανθρώπου. 


Η αγάπη, που προσπερνά τους βιαστικούς και ξεδιψά τους διψασμένους, είναι στο επίκεντρο του Γυάλινου Χρόνου. «Είναι κακό τελικά να αναβάλλεις την αγάπη για αργότερα», ανακαλύπτει η ηρωίδα. «Να θεωρείς δεδομένους κάποιους ανθρώπους. Κανείς δεν είναι κανενός και ανήκουμε σε όποιους διαλέγουμε να ανήκουμε.».  Έλα, όμως, που δεν διαλέγουμε πάντοτε σωστά. Η Πασχαλία Τραυλού δεν έχει καταγράψει τη μαγική φόρμουλα που θα μας γλιτώσει από ένα τέτοιο λάθος, μας εμπνέει να αντιληφθούμε, όμως, ότι ακόμη και τσακισμένοι, ποτέ δεν είναι αργά για να παραδεχτούμε τα λάθη μας και τάξουμε εαυτούς εκεί που πραγματικά ανήκουμε. Βλέποντας το τέλος να πλησιάζει η ηρωίδα της δεν θρηνεί που δεν κατάφερε να αλλάξει τον κόσμο, αλλά που δεν κατάφερε να αλλάξει τον τρόπο που τον έβλεπε η ίδια. Εγκλωβισμένη στα τραύματα της παιδικής της ηλικίας, εξακολουθούσε να διάγει τον βίο της, ως παιδί, παραλείποντας να γίνει η ίδια ο ενήλικας που ήθελε οι άλλοι να είναι. Κι αυτό την αφήνει λειψή’ λειψή μάνα, σύζυγο, ερωμένη. Μέχρι τη στιγμή που η είδηση του θανάτου, γίνεται γι’ αυτή το πιο μεγάλο δώρο και το έναυσμα για να ολοκληρωθεί και να βρει τη λύτρωση. Η επιγραφή του τάφου της θα μπορούσε να λέει «Γεννήθηκε έναν μακρινό Δεκέμβρη, πέθανε έναν Αύγουστο, στην πραγματικότητα έζησε μόνο 4 μήνες.»

Σε έναν κόσμο που καταρρέει όπως τον ξέραμε, η συγγραφέας τραβάει τον μανδύα που μας επιτρέπει να βλέπουμε μόνο ως εκεί που έχουμε προγραμματίσει και ρίχνει φως εκεί που κατά συνθήκη υπάρχει μόνο σκοτάδι. Η γνώση του θνητού μας εαυτού στον Γυάλινο Χρόνο, υπάρχει αναμφίβολα για να μας υπενθυμίζει να μην αναβάλλουμε τη ζωή, κάνοντας έτσι τις μητέρες καλύτερες μάνες, τις κόρες καλύτερες θυγατέρες και τους ανθρώπους πιο ειλικρινείς και θαρραλέους όταν επιλέγουν τα συστατικά της ευτυχίας τους.      Με την ιστορία της, η Βέρα Δελλή διδάσκει ότι μελαγχολούν οι άνθρωποι που ξέρουν ότι θα φύγουν από τη ζωή, μελαγχολούν όμως περισσότερο εκείνοι που ανακαλύπτουν ότι δεν έζησαν τη ζωή που τους ταιριάζει. Για όσους το επιθυμούν βαθιά, αυτό το βιβλίο μπορεί να αποτελέσει την αφορμή να σκεφτούν για πρώτη φορά, πράγματα που νόμιζαν ότι τα είχαν σκεφτεί ήδη.      


«Ξεχνάς ότι ακόμη δεν πέθανες. Ζεις και φρόντισε για πρώτη φορά στη ζωή σου να νιώσεις τι πάει να πει ζωή. Ως τώρα περνούσες πάντα από δίπλα της. Την κοιτούσες και δεν την άγγιζες, σαν ακριβή πορσελάνη κι αυτήν. Θέλω να γίνεις το παιδί που ζωγράφιζε τα πιο παράλογα πράγματα και κατάφερνε να γελάει όταν ο κόσμος βούλιαζε γύρω του. Ζήσε. Ο θάνατος υπάρχει για να μας θυμίζει να μην αναβάλλουμε τη ζωή. Σκέψου πόσος χρόνος σπαταλιέται σε ανούσια πράγματα επειδή οι άνθρωποι ξεχνούν πως κάποτε θα σβήσουν. Μη φύγεις με τη θύμηση της χάρτινης ζωής. Ξέρω πως φοβάσαι, αλλά τέσσερις μήνες είναι πολύς καιρός και προφταίνεις να ζήσεις τα πάντα».

Ο Γυάλινος Χρόνος είναι ένα δύσκολο βιβλίο. Δύσκολο, ωστόσο, όχι για τον αναγνώστη του, αλλά για την συγγραφέα του που επέδειξε αξιοζήλευτο θάρρος στην αναμέτρηση με τόσες αλήθειες που ο άνθρωπος αποφεύγει συστηματικά είτε από αδυναμία, είτε από άγνοια. Στα μάτια του αναγνώστη, η Πασχαλία Τραυλού παρέλαβε την ελληνική γλώσσα, και την αξιοποίησε ανακαλύπτοντας σχεδόν τα όρια στις δυνατότητες της περιγραφικότητάς της, επιδεικνύοντας εξαιρετική μαεστρία στην επιλογή των λέξεων που κεντούν τους χαρακτήρες, τα βιώματα και τις σκέψεις τους. Κόντρα σε μία πραγματικότητα που μας ξεπερνά χάρις στον κυνισμό και τις γωνίες της, η συγγραφέας διατηρεί «αθεράπευτη» την ευαισθησία της γυναικείας της φύσης που την ανταμείβει χαρίζοντάς της τη διορατικότητα να διακρίνει τα όνειρα μιας μαριονέτας που επιθυμεί να δραπετεύσει από τη σκοτεινή αποθήκη, τις φοβίες ενός πενθούντος ηθοποιού που ερμηνεύει επί σκηνής, αλλά και τις ομοιότητες της ηρωίδας της με τον μουσικό του δρόμου στις νότες του οποίου εντοπίζει έναν ψυχαδερφό και όχι έναν επαίτη.

Αν η ηρωίδα της Πασχαλίας Τραυλού ήταν άνεμος, θα ήταν μια φουντωμένη σοροκάδα που επιστρέφει στο καμάρι της Σαντορίνης, για να ξεράσει με δύναμη την θάλασσα στην ακτή. Κι αν ήταν στιχάκι, τότε θα δανειζόταν την πνοή της από  Το Παράπονο του Ελύτη. «Στ’ αληθινά στα ψεύτικα, το λέω και το ομολογώ, σαν να ‘μουν άλλος κι όχι εγώ μες στη ζωή πορεύτηκα. [..] Δεύτερη ζωή δεν έχει». Μόνο που, όπως μας ψιθυρίζει στο αφτί η συγγραφέας, για την Βέρα Δελλή, δεν είναι αργά… Για καμία Βέρα Δελλή δεν είναι αργά.

 

Μαριάννα Νάνου

Δεν υπάρχουν σχόλια: