γράφει η Πασχαλία
Τραυλού
Η μετάφραση ενός κλασικού έργου της αρχαίας
ελληνικής γραμματείας δεν αποτελεί μια
διεκπεραιωτική διαδικασία για την οποία
απαιτείται μόνο η στεγνή φιλολογική γνώση και
προσέγγιση. Αντιθέτως, επιβάλλεται
η ευαισθησία και η υπευθυνότητα της λογοτεχνικής
οπτικής ώστε να αποδοθεί η
ένταση και ο απαιτούμενος ρυθμός της γλώσσας που θα εξα-
σφαλίσει τον έλεο, το
φόβο και την κάθαρση που απαιτεί ο αναγνώστης από το αρχαίο δράμα.
Ο Γ.
Γιατρομανωλάκης σ’ αυτή την πρόσφατη έκδοση του έργου αποδεικνύει ότι ενήργησε
με γνώμονα αυτές τις δύο βασικές αρχές και το κείμενό του διέπεται από μέτρο και
μετριοπαθή
στάση στη μεταφορά των ποιητικών εκφραστικών σχημάτων στη νεοελληνική
γλώσσα.
Για το μεταφραστή είναι σαφές ότι προέχει τόσο η
μεταβίβαση του μηνύματος στον παραλήπτη
του και η αποτύπωση των ηρώων, με
προεξάρχουσα μορφή την ίδια τη Μήδεια, όσο και η
αναπαράσταση μιας εποχής που
διέπεται από πατριαρχικά ήθη και μια μάλλον προκατειλημμένη
αντίληψη για τη
γυναίκα.
Προγενέστερες μεταφράσεις του δράματος δια χειρός Πρεβελάκη,
Κουταλόπουλου, Κεφαλά, Κ.Θ.
Στεφανόπουλου, Ν. Χουρμουζιάδη, Θ. Βοριά, Θ.
Μαυρόπουλου, αποδεικνύουν σαφώς την
πολυσχιδή προσέγγιση, υφολογική και γλωσσική
που μπορεί να επιτευχθεί ανάλογα με το θεωρη-
τικό οπλοστάσιο και το λογοτεχνικό
κριτήριο κάθε μεταφραστή.
Ας μου επιτραπεί ωστόσο να επισημάνω ότι ο Γ.
Γιατρομανωλάκης τόσο με το γλωσσικό
ιδίωμα που χρησιμοποιεί όσο και με την
ταχύτητα εναλλαγής των ολιγοσύλλαβων λέξεων που
επιλέγει να χρησιμοποιεί
πετυχαίνει το χτίσιμο ενός ύφους που εξασφαλίζει στον αναγνώστη ή στο θεατή μια
υψηλής ποιότητας αισθητική απόλαυση.
Καθώς η Μήδεια αποτελεί μία από τις πιο
τραγικές ηρωίδες της Ελληνικής Γραμματείας που
κατορθώνει παρά την ειδεχθή της
πράξη να γίνει συμπαθής με την ανάλυση των ελατηρίων της
συμπεριφοράς της από
τον Ευριπίδη, η εμβληματική της χρήση ως προσωποποίηση των δεινών
κάθε γυναίκας,
της εξασφαλίζει μια διάρκεια στο χρόνο και συνάμα εκείνη τη δραματική ένταση
που
προκάλεσε τη γέννηση πολλών μεταγενέστερων έργων με πυρήνα την προσωπικότητα και
την
πράξη της.
Παρότι δε, ο τραγικός ποιητής Ευριπίδης έχει
καταπιαστεί κατά κόρον με τη γυναικεία ψυχολογία
σε ομώνυμα έργα με
πρωταγωνίστριες ηρωίδες που καθιερώθηκαν διαχρονικά ως σύμβολα
(Ελένη,
Ανδρομάχη, Μήδεια, Ιφιγένεια κλπ) στην εν λόγω τραγωδία πετυχαίνει το
ακατόρ-
θωτο, δηλαδή να εξυφάνει το σκοτεινό μεγαλείο της γυναικείας ψυχολογίας
ανατρέποντας την
καθιερωμένη αντίληψη ότι η γυναίκα απεκδύεται την ακραιφνώς
θηλυκή της υπόσταση όταν
αναλαμβάνει το ρόλο της μητέρας.
Ο ποιητής αποκαλύπτει την δική του πεποίθηση
ότι το φύλο και τα ψυχολογικά του χαρακτη-
ριστικά είναι αυτά που πρωτίστως
καθορίζουν τις ανθρώπινες συμπεριφορές όπως αυτό
αποδεικνύεται από τη σμίλευση
των χαρακτήρων της Μήδειας και του Ιάσονα. Τα κίνητρα του
έρωτα και δη της
ερωτικής ποικιλίας, η λαχτάρα της εξουσίας και η προτίμηση νεώτερων ηλικια-
κά
γυναικών αποτελούν για τον Ευριπίδη την πλήρη αιτιολόγηση της πράξης του Ιάσονα
που αντιπροσωπεύει τον ανδρικό πληθυσμό της ανδροκρατούμενης κοινωνίας που
περιγράφει,
προσφέροντας κατά κάποιον τρόπο ελαφρυντικά στη γυναίκα που αντιδρά
με ζήλια και εκδικη-
τικότητα στην αδικία που η ίδια η φύση έχει διαπράξει σε
βάρος της. Η προσέγγιση του Ευριπίδη,
παρά τη λογοτεχνική προσέγγιση, θα έλεγε
κανείς ότι γίνεται με τρόπο αντικειμενικά χειρουργικό.
Η πρώιμη ενασχόληση των ποιητών της αρχαίας
Ελληνικής Γραμματείας με τα ζητήματα των
έμφυλων σχέσεων αποτελεί την μέγιστη
απόδειξη του προηγμένου τους φιλοσοφικού και
κοινωνιολογικού στοχασμού,
διανθισμένου βεβαίως και από κάποια στοιχεία σωβινισμού αν
κρίνει κανείς από το
γεγονός ότι ο Ευριπίδης σκοπίμως εμφανίζει τη Μήδεια αλλοεθνή
προκειμένου να μην
εγείρει αντιδράσεις στα ήθη της αθηναϊκής κοινωνίας με την ερμηνεία
που
διατυπώνει στο έργο του και τη δικαιολόγηση των πράξεων μιας παιδοκτόνου.
Βέβαια, ήδη τον 5ο πΧ αιώνα, που οι γυναίκες ακόμη ζουν κλεισμένες στους
γυναικωνίτες,
μακριά από τα κοινωνικά δρώμενα, η παρουσίαση μιας τέτοιας
αντιδραστικής ηρωίδας αποτελεί
μια ενδιαφέρουσα πρόκληση, κατάλληλα βεβαίως
συγκαλυμμένη ώστε ο Ευριπίδης να μη βρεθεί
αντιμέτωπος με μια κοινωνία ανέτοιμη
να δεχτεί τη δυναμική της Μήδειάς του να τιμωρήσει από
μόνη της την κοινωνική
αδικία που υπομένει και να πάρει τη μοίρα της στα χέρια της παρά την
ειδεχθή
λύση που επιλέγει.
Παρά τη φήμη της μισογυνίας που συνόδευσε
πάντως πολλά έργα του Ευριπίδη όπου διατυπώνει
αποκαρδιωτικές ρήσεις για το
γυναικείο φύλο, στη Μήδεια δείχνει βαθιά κατανόηση για τα
γυναικεία δεινά και
φωτίζει με περισσή δεξιοτεχνία τη σκοτεινή ηρωίδα του που καταλήγει να
κερδίσει
αν όχι τη συμπάθεια σίγουρα το σεβασμό του αναγνώστη και του
κοινού.
Μήδεια
Ευριπίδη
μετάφραση: Γ.
Γιατρομανωλάκης
Καρδαμίτσα, 2013
Σελ. 213
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου