http://www.thinkfree.gr/thinkculture/%CE%B2%CE%B9%CE%B2%CE%BB%CE%AF%CE%BF/%CF%80%CF%81%CE%B9%CE%BD-%CE%AD%CF%81%CE%B8%CE%B5%CE%B9%CF%82-%CE%B5%CF%83%CF%8D-%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CE%B2%CE%B1%CE%B8%CE%B9%CE%AC-%CE%B1%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%8E%CF%80%CE%B9%CE%BD%CE%B7-%CE%B9
Περίληψη: Ο Γουίλ Τρέινορ ένας τετραπληγικός τριανταπεντάρης, πρώην πετυχημένος, ωραίος και πλούσιος, αποφασίζει να δώσει τέρμα στη ζωή του σε έξι μήνες καταφεύγοντας στη λύση της ευθανασίας σε ένα νοσοκομείο ειδικό για τέτοιες ανίατες περιπτώσεις. Η Λουίζα Κλαρκ είναι ένα επαρχιωκόριτσο δίχως ιδιαίτερα όνειρα αλλά με ιδιαίτερα σθεναρή προσωπικότητα που πιάνει δουλειά στο σπίτι του Γουίλ με προορισμό να πείσει τον ανάπηρο άντρα να μην υλοποιήσει την απόφασή του. Η συνάντηση των δύο ανθρώπων ενεργοποιεί μια πολύ ενδιαφέρουσα λογοτεχνικά ανάφλεξη όχι μόνο ερωτικής φύσης αλλά βαθιά ανθρώπινης ενώ ταυτόχρονα αναγκάζει τον αναγνώστη μέσα από μια παραδόξως εξαιρετικά περιπετειώδη αφήγηση, να προβληματιστεί πάνω στο δίλημμα της ευθανασίας.
Περίληψη: Ο Γουίλ Τρέινορ ένας τετραπληγικός τριανταπεντάρης, πρώην πετυχημένος, ωραίος και πλούσιος, αποφασίζει να δώσει τέρμα στη ζωή του σε έξι μήνες καταφεύγοντας στη λύση της ευθανασίας σε ένα νοσοκομείο ειδικό για τέτοιες ανίατες περιπτώσεις. Η Λουίζα Κλαρκ είναι ένα επαρχιωκόριτσο δίχως ιδιαίτερα όνειρα αλλά με ιδιαίτερα σθεναρή προσωπικότητα που πιάνει δουλειά στο σπίτι του Γουίλ με προορισμό να πείσει τον ανάπηρο άντρα να μην υλοποιήσει την απόφασή του. Η συνάντηση των δύο ανθρώπων ενεργοποιεί μια πολύ ενδιαφέρουσα λογοτεχνικά ανάφλεξη όχι μόνο ερωτικής φύσης αλλά βαθιά ανθρώπινης ενώ ταυτόχρονα αναγκάζει τον αναγνώστη μέσα από μια παραδόξως εξαιρετικά περιπετειώδη αφήγηση, να προβληματιστεί πάνω στο δίλημμα της ευθανασίας.
μετάφραση: Χρύσα Μπανιά
Ψυχογιός, 2013
Σελ. 461
ΙSBN 978-960-496-909-8
Βαθιά ανθρώπινη, ρεαλιστική και συγκινητική η ιστορία της Λουίζας Κλαρκ και του Γουίλ Τρέινορ αποτελεί αυθεντική καταγραφή μιας δύσβατης συνύπαρξης που είχε όλα τα φυσικά εμπόδια για να αποτύχει: είχε λίγο χρόνο στη διάθεσή της, ο Γουίλ διέθετε μια εύλογη, φυσική άρνηση να προσπαθήσει γι’ αυτήν και η Λου, είχε ήδη ένα δεσμό επτά χρόνων, εγκλωβισμένη σε μια συνήθεια που συχνά αποδεικνύεται ισχυρότερη κι από τον δυνατότερο έρωτα.
Η ουσία αυτού του βιβλίου δεν έγκειται ωστόσο απλώς στην περιγραφή μιας ερωτικής ιστορίας ανάμεσα σ’ ένα αδέξιο πλάσμα όπως είναι η Λου με ελάχιστα όνειρα και δυνατότητες και στον τετραπληγικό Γουίλ που έπειτα από ένα ατύχημα είδε τη ζωή του να ανατρέπεται και το πεπρωμένο του να του στερεί την πυρετώδη δίψα με την οποία ζούσε. Μπορεί η ίδια η συγγραφέας στις ευχαριστίες του βιβλίου του να αποκαλεί το βιβλίο της «μια ιστορία αγάπης», όμως δεν πρέπει σε καμία περίπτωση κάποιος,, από τον τίτλο και από αυτή τη δήλωση να βιαστεί να χαρακτηρίσει το έργο ως ένα ευχάριστο, γλυκερό ανάγνωσμα. Επειδή απλώς σε καμία περίπτωση δεν είναι κάτι τέτοιο.
Το να διαχειριστεί κανείς λογοτεχνικά έναν ανάπηρο ήρωα είναι ένα εγχείρημα που διαχρονικά έχει χαρακτηριστεί δύσκολο, επειδή είναι πολύ εύκολο να εκτραπεί κανείς σε μελοδραματικό ύφος. Η Τζοτζο Μόις αποδεικνύει πως το χιούμορ και ο ρεαλισμός αποτελούν τα ασφαλή σωσίβια για ένα τέτοιο τόλμημα, όχι μόνο για να προβάλλει την ερωτική ιστορία που θέλησε να γράψει, αλλά και για να φωτίσει όλες τις αντιξοότητες που αντιμετωπίζει ένας ανάπηρος σ’ ένα κόσμο κατά κύριο λόγο καμωμένο για αρτιμελείς.
Είναι σαφές μες στις σελίδες του βιβλίου ότι η Μόις διάβασε, απέκτησε εμπειρίες, και βιώματα, ερεύνησε προτού να γράψει. Από την περιγραφή κατασκευής μιας ράμπας έως τον τρόπο που μπορούσε κάποιος να ταίζει τον Γουίλ, λιώνοντας την τροφή του με τα δάχτυλα, αποτελούν καταλυτικής δυναμικής εικόνες που πετυχαίνουν την ενσυναίσθηση του αναγνώστη.
Όποιος διαβάσει αυτό το βιβλίο είναι ανέφικτο να μην μεταφερθεί στο διαμέρισμα του Γουίλ, να φανταστεί τις σιωπές του ή να μην μπει στον πειρασμό να δει τη Λου ντυμένη με το κιτρινόμαυρο εκκεντρικό της καλσόν που την κάνει να μοιάζει σαν μέλισσα. Μα προπαντός κανείς δεν θα μείνει αμερόληπτος στο μεγάλο δίλημμα της ανθρώπινης συνείδησης για την ευθανασία εκείνων που έχασαν το δικαίωμα λόγω κάποιας ασθένειας ή κάποιου ατυχήματος να ζουν τη ζωή που οι ίδιοι θα διαλέξουν.
Το εύρημα της Μόις να φέρει το ζευγάρι αντιμέτωπο με την ιδέα της ευθανασίας σε ένα νοσοκομείο με τη χαρακτηριστική ονομασία «Dignitas» (αξιοπρέπεια), αναβαπτίζει την πρόθεσή της να γράψει μια ιστορία αγάπης σε ανάγκη να θίξει λογοτεχνικά ένα ζήτημα βαθιά κοινωνικό, θρησκευτικό και φιλοσοφικό. Μέσα στο έργο, δίχως η ίδια η συγγραφέας εμφανώς να παίρνει θέση υπέρ ή κατά μιας τέτοιας επιλογής, – υπονοείται μόνο η δική της θετική στάση όταν το άτομο αδυνατεί να συμβιβαστεί με τα ελάχιστα όταν κάποτε είχε τα πάντα – καταγράφονται σφαιρικά όλες οι σχετικές αντιλήψεις και ο αναγνώστης καλείται να βρεθεί κι αυτός απέναντι σε τούτο το υπαρξιακό δίλημμα και να πάρει θέση.
Οι έξι μήνες που έχει στη διάθεσή της η Λου για να μεταστρέψει την απόφαση του Γουίλ να τερματίσει την ταπεινωτική ζωή του σ’ ένα τέτοιο ίδρυμα, αποτελούν παραδόξως για τον αναγνώστη ένα μαραθώνιο λογοτεχνικής απόλαυσης, όσο οξύμωρο κι αν φαντάζει να μιλάει κανείς για απόλαυση όταν διαβάζει για τον αγώνα ενός ανθρώπου με τη ζωή και το θάνατο.
Η Λου μέσα στο βιβλίο αποτελεί το απόλυτο σύμβολο της δίψας για ζωή ενώ ο Γουίλ, προσωποποιεί όλες τις σκέψεις και τα συναισθήματα εκείνων που γνωρίζουν καλά τι σημαίνει να έχεις κατακτήσει το νόημα της ζωής και να αναγκάζεσαι να βιώνεις την απώλειά του.
Οι ανάπηροι που συνομιλούν με τη Λου στις διαδικτυακές ομάδες αναπήρων αποτελούν ένα ακόμη εύρημά της για να μπορέσει να εντάξει στο βιβλίο της κάθε πιθανή οπτική και εκδοχή του ζητήματος. Η Μόις εμφανίζεται σαφώς πολύ προβληματισμένη και πίσω από τις δράσεις της Λουίζας διαφαίνεται η δική της προσπάθεια να κρατήσει στη ζωή έναν άνθρωπο που στη συνείδησή του έχει ήδη πεθάνει και απολαμβάνει σαν διάλειμμα μόνο κάποιες γευστικές, μπουκιές ζωής, χάρη σ’ έναν έρωτα που έρχεται απρόσκλητος και μάλλον σε ακατάλληλη ώρα.
Ο αναγνώστης, διαβάζοντας την ιστορία της Λου και του Γουίλ δεν βαριέται στιγμή, χάρη στη λογοτεχνική τσακπινιά με την οποία είναι γραμμένο το βιβλίο. Η τήρηση του μέτρου, η ζωντάνια των περιγραφών, η ρέουσα γλώσσα, η φυσικότητα, οι μετρημένες πινελιές βαθιάς συγκίνησης, κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον ως το τέλος καθώς το ενδεχόμενο της ζωής ή του θανάτου του ήρωα, παραμένει ανοιχτή ως τις τρεις τελευταίες σελίδες του βιβλίου.
Στο τέλος, θριαμβεύει η ζωή και η αξιοπρέπεια, μ’ έναν τρόπο που η Μόις για άλλη μια φορά επινόησε για να μην ολισθήσει ούτε σε εύκολες, χολυγουντιανές συνταγές ούτε στην τραγικότητα. Το τέλος, αφήνει μια πίκρα σαν το πράσινο νερατζάκι, που μόλις το καταπιείς μετατρέπεται σε γεύση γλυκιά. Στη γεύση δηλαδή που έχει πάντα η ζωή, όταν γίνεται ανάμνηση…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου