http://www.critique.gr/index.php?&page=article&id=1105
Αγαπητέ Θεέ του Ερίκ Εμανουέλ Σμιτ
γράφει η Πασχαλία Τραυλού
Τίποτε δεν είναι τυχαίο! Ο Ερίκ Εμανουέλ Σμιτ, πνευματικό παιδί του Mπερνάρντ Σω θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους θεατρικούς συγγραφείς της γενιάς του και όποιος διαβάσει τη νουβέλα «αγαπητέ Θεέ» κατανοεί αμέσως το λόγο.
Το θέμα του ιδιαίτερα συγκινητικό, από εκείνα που προκαλούν σφίξιμο στο στομάχι: ένα παιδί, ο Όσκαρ, πεθαίνει από λευχαιμία σε εννιά μέρες. Μη φανταστεί κανείς ωστόσο ότι ο Σμιτ ξεπέφτει σε εύκολα τεχνάσματα συγκίνησης για να προσελκύσει το αναγνωστικό κοινό.
Το να χρησιμοποιεί το χιούμορ, την παιδική αφέλεια και την αγνότητα της παιδικής σκέψης για να προσεγγίσει την έννοια του θανάτου είναι αναμφίβολα η πιο ανατρεπτική τεχνική που θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί και συνάμα η δυσχερέστερη, αν αναλογιστούμε ότι ο συγγραφέας κλήθηκε σε αυτό το λογοτεχνικό εγχείρημα να επιστρέψει στην πρωτογενή, παιδική λογική, και να μυηθεί στα μυστήρια μιας παιδικής νόησης που διψά να ζήσει, έχοντας επίγνωση της θανατηφόρας φθοράς στην οποία έχει υποκύψει η σάρκα.
Η θεία Ροζ, μια υπερήλικας που επισκέπτεται τον μικρό Όσκαρ στο νοσοκομείο όπου νοσηλεύεται είναι αυτή που καταφέρνει να διαχειριστεί την ψυχολογία του θυμωμένου με τους γονείς του παιδιού, οι οποίοι δεν αντέχουν να αντιμετωπίσουν με την ίδια γενναιότητα το θάνατο όπως και ο Όσκαρ. Η θεία Ροζ είναι αυτή που διδάσκει τρεις βασικές αρχές στο παιδί: α. Ότι όλοι θα πεθάνουν κάποια μέρα όπως θα πεθάνει κι αυτός. Το γεγονός ότι φεύγει πρώτος δεν σημαίνει ότι πρέπει να κάνει τους άλλους να υποφέρουν εξαιτίας του β. Ότι όσο πιστεύει κάποιος στο Θεό, τόσο δυναμώνει η πιθανότητα Αυτός να υπάρχει και γ. Ότι μέσα στη μικρή, πεπερασμένη ζωή των εννιά ημερών που του απομένουν, μπορεί αν το θέλει να χωρέσει μια ολόκληρη ζωή, πείθοντάς τον να επιδοθεί σ΄ένα ιδιόρρυθμο παιχνίδι κυνηγητού με το χρόνο, στο οποίο κάθε μέρα μεγενθύνεται τόσο ώστε να χωρέσει μέσα της τα βιώματα και τις εμπειρίες μιας ολόκληρης φάσης ατομικής εξέλιξης. Από την παιδική στην εφηβική ηλικία και από αυτή στη νεανική, την ενήλικη και την υπερήλικη, ο Όσκαρ κάνει ένα αστραπιαίο ταξίδι στο χρόνο και συνάμα στην εκδοχή μιας ζωής που θα μπορούσε υπό άλλες συνθήκες να ζήσει. Σύμμαχοί του η θεία Ροζ, ο Θεός και η φαντασία. Χάρη σε αυτούς τους συμμάχους απολαμβάνει νοερά την ευτυχία που προσφέρει το να προφτάσει κανείς να ζήσει όλη τη γκάμα των εμπειριών μιας φυσιολογικής ανθρώπινης ζωής. Ο μικρόκοσμος του νοσοκομείου όπου φιλοξενούνται παιδιά με παρεμφερή με τον Όσκαρ προβλήματα, επιτρέπουν στο αγόρι να ζήσει όλα τα είδη των σχέσεων: προδοσίες φίλων, ερωτικές αντιζηλίες, απογοητεύσεις, συμφιλιώσεις και συνάμα να γευτεί το πρώτο υγρό φιλί και την ερωτική συντροφικότητα μέσα σ’ ένα γάμο-παιχνίδι, αληθινό, τραγικό και ουτοπικό ταυτόχρονα. Μα πάνω απ’ όλα αυτό που ο Όσκαρ μαθαίνει να περιιμένει είναι την επίσκεψη του Θεού που τον μαθαίνει η θεία Ροζ να εμπιστεύεται. Όσο επιδίδεται στη συγγραφή επιστολών προς το Θεό ψάχνοντας μάταια να εντοπίσει τη διεύθυνσή του, τόσο αναπτύσσει μια ισχυρή σχέση μαζί του που τον ατσαλώνει και τον κάνει να οδεύει προς το θάνατο, ρουφώντας διψασμένα κάθε στάλα της εναπομείνασας ζωής του και διδάσκοντας τους άλλους πώς να αντιμετωπίσουν το τέλος του και πώς να ζουν τη δική τους. Με θάρρος. Η θεία Ροζ, ο ιδιότυπος φύλακας άγγελος που με την παρουσία της κατορθώνει να εμφυσήσει μια άλλη, σωτήρια οπτική στον μελλοθάνατο Όσκαρ, είναι αυτή που κατ’ ουσίαν πρωταγωνιστεί στο βιβλίο, κινώντας τα νήματα της παιδικής ψυχής και κατευθύνοντάς τον σε ατραπούς που από μόνος του ίσως να μην ανακάλυπτε ποτέ. Κι εδώ έγκειται το μεγαλείο και η λογοτεχνική αξία του Σμιτ που καταφέρνει το ακατόρθωτο: να γράψει ένα βιβλίο για την παιδική θνησιμότητα και για το πλέον δυσάρεστο θέμα του κόσμου, με ιδιαίτερα πάθος και αισιοδοξία για τη ζωή. Οι διάλογοι του Όσκαρ με τον Θεό, ιδιαίτερα λιτοί αλλά με απίστευτη δύναμη απλότητας και συμπύκνωσης, αποτελούν μηνύματα που μπορούν να εμπνεύσουν και να παρηγορήσουν κάθε άνθρωπο που βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα τέτοιο πρόβλημα, αποδεικνύοντας πως η τέχνη ανέκαθεν αποτελεί μαγεία που γιατρεύει, επηρεάζει συνειδήσεις, προβληματίζει και παρηγορεί, εξασφαλίζοντας τη φυγή από καταστάσεις που φαντάζουν αναπόδραστες. Καταλυτική και διεισδυτική ιδιαίτερα η εξής αναφορά στην αρχή του βιβλίου: «Τι άλλο είναι το γράψιμο από ένα ωραιοποιημένο ψέμα; Το γράψιμο είναι για τους μεγάλους. Με λένε Όσκαρ, είμαι δέκα χρονών, έχω βάλει φωτιά, στη γάτα, στο σκύλο, στο σπίτι (αν δεν κάνω λάθος έχω ψήσει και τα χρυσόψαρα) και αυτή είναι η πρώτη φορά που σου γράφω γιατί μέχρι σήμερα, λόγω του σχολείου δεν είχα χρόνο» για να ανατρέψει την εικόνα που ήδη έχει σχηματίσει ο αναγνώστης με την ευρηματική συνέχεια η οποία μας εισάγει εντυπωσιακά στην καρδιά του θέματος: «Με φωνάζουν Γλόμπο, δε δείχνω παραπάνω από επτά, μένω στο νοσοκομείο λόγω του καρκίνου μου και δεν σου έχω απευθύνει ποτέ το λόγο, Θεέ μου, γιατί δεν πιστεύω ότι υπάρχεις». Η λιποταξία από τη ζωή, η μάχη ανάμεσα στην πίστη και στην αθεΪα, η εύλογη κυκλοθυμία των ανθρώπων που παρακολουθούν τη ζωή να τους γλυστράει μέσα απ’ τα χέρια τους, η αδυναμία των γονιών να διαχειριστούν το επερχόμενο τέλος και να εκδηλώσουν τα συναισθήματα της αγάπης τους περιφρονώντας το θάνατο που κοντοζυγώνει, είναι μερικά μόνο από τα θέματα που κατορθώνει να θίξει και να αναπτύξει λογοτεχνικά ο Σμιτ σε τούτο το μεγαλειώδες έργο των μόλις 95 αραιογραμμένων σελίδων, αποδεικνύοντας για άλλη μία φορά πως δεν είναι απλώς μάστορας λογοτεχνικών συγκινήσεων, αλλά ένας βαθύς στοχαστής που αναζητά με την τέχνη του να προσφέρει οράματα και εναλλακτικές μιας ουσιαστικής και γεμάτης ζωής.
Αγαπητέ Θεέ
Ερίκ Εμανουέλ Σμιτ μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης Opera, 2002 |
Αρθρογράφος: Πασχαλία Τραυλού Critique Critique |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου