http://www.critique.gr/index.php?&page=article&id=1099
Μαντάμ Μποβαρί του Γκουστάβ Φλωμπέρ
Ο Φλωμπέρ όμως δεν πτοείται προφανώς επειδή γνώριζε πόσο γερά είχε υφάνει το μύθο του και πόσο οξυδερκής και διορατικός υπήρξε στη φιλοτέχνηση του μυθιστορηματικού του ιστού. Εξάλλου, «η τέχνη είναι η αλήθεια» όπως ο ίδιος διατεινόταν, και η Μαντάμ Μποβαρί δεν είναι παρά μια εμβληματική γυναίκα, επηρεασμένη από το νέο κύμα ιδεών και από το φεμινιστικό κίνημα που αρχίζει να διαποτίζει τα λαίμαργα για ελευθερία γυναικεία πνεύματα.
Θα αποτελούσε τραγική παρανόηση η όποια προσέγγιση του βιβλίου και της προσωπικότητας της Μαντάμ Μποβαρί ως μια επιδίωξη του Φλωμπέρ να ζωντανέψει απλώς στο γραπτό του μια γυναίκα με πάθος. Ο συγγραφέας επιδιώκει να φέρει στο φως τις εσωτερικές συγκρούσεις του γυναικείου ψυχισμού και να τις αντιπαραβάλει με τη νηνεμία ή έστω με τους ελαφρότερους κλυδωνισμούς της αντρικής ψυχοσύνθεσης, εστιάζοντας περισσότερο σε εκείνα τα γνωρίσματα που είναι διαχρονικά και για τα δύο φύλα. Το έργο αποτελεί μια χειρουργική σχεδόν ψυχογράφηση των φύλων όσον αφορά τους μοχλούς που υποκινούν την κοινωνική τους δράση και ακτινοσκοπεί κάθε λεπτή διάκριση αιτιολογώντας τη επαρκώς.
Το πάθος, η ανάγκη για κοινωνική προβολή και καταξίωση, το δέσιμο των γυναικών με τα υλικά αγαθά, ο μύθος του ρόλου της μητρότητας ως υπέρτατη πηγή ευτυχίας, η ανάγκη του γάμου ως μέσο διαφυγής από την πατρική οικογένεια και η ανάγκη του παράνομου έρωτα ως υποκατάστατου για το νεκρό συζυγικό πάθος, η προδοσία και η φθορά του αυτοσεβασμού σε μια κοινωνία έτοιμη ανά πάσα στιγμή να λιθοβολήσει το ερωτικό παράπτωμα μόνο των θηλυκών είναι μερικές μόνο από τις ιδεολογικές προβολές του Φλωμπέρ, σε μια εποχή ακόμη σκοτεινή και καχύποπτη, κυριαρχημένη και υποκινούμενη σε κάθε της δράση από προκαταλήψεις και στερεότυπα βαθιά σφηνωμένα στις συνειδήσεις.
Εντυπωσιάζει πραγματικά ο τρόπος, εκφραστικός και στοχαστικός, που ο Φλωμπέρ έχει καταφέρει να διεισδύσει ακόμη και στις πιο απόκρυφες γυναικείες σκέψεις, αποκωδικοποιώντας έναν ψυχισμό που σε πολλούς φαντάζει δυσνόητος και δυσερμήνευτος. Σ’ αυτή την απορία, την απάντηση δίνει η διάρκεια συγγραφής του έργου που επέτρεψε στον δημιουργό να μελετήσει προφανώς το γυναικείο φύλο και τις αντιδράσεις του και να ζυμώσει μέσα στο μυθιστορηματικό του ιστό τις πληροφορίες που κατάφερε να συλλέξει.
Η Μαντάμ Μποβαρί ως ιστορία δεν είναι αποτέλεσμα του μόχθου κάθε μυθιστοριογράφου να συνθέσει έναν πρωτότυπο μύθο. Αντιθέτως, είναι η αναγωγή σε τέχνη μιας καθημερινής ιστορίας που γίνεται περισσότερο τραγική μόνο στο τέλος της, επηρεασμένη ίσως από το ρεύμα του ρομαντισμού. Η ηρωίδα δεν είναι παρά η «άτακτη» γυναίκα κάθε εποχής, η τολμηρή θηλυκή προσωπικότητα που δεν χωράει στα καλούπια των στερεότυπων αξιών και τολμά να ζήσει ό,τι εντέλει την καταστρέφει, διαποτισμένο στη διαβρωτική επιρροή της κοινωνικής κατακραυγής και προκατάληψης για τη γυναίκα που τολμά να διεκδικεί αυτό που πραγματικά έχει ανάγκη.
Μέσα από τη λογοτεχνική προσέγγιση όμως αυτής της λογοτεχνικής φιγούρας, ο Φλωμπέρ βρίσκει ευκαιρία να εκφραστεί για φλέγοντα ζητήματα της εποχής του, όπως η θρησκεία, η υποκρισία της αστικής τάξης, ο ρόλος του χρήματος, το αρσενικό που διαχωρίζει με ευκολία τον έρωτα από τη γενετήσια πράξη, κάτι που στερεότυπα συγχέει η γυναίκα. Δικαιολογημένα πολλοί κριτικοί θεωρούν ότι η μαντάμ Μποβαρί αποτελεί την προσωπική επανάσταση του Φλωμπέρ κατά της υποκρισίας της εποχής του και συνάμα κατά των στερεότυπων δομών μιας τέχνης στην οποία η γυναίκα συνήθως αυτοκτονεί λόγω της ελαφρότητας ενός έρωτα που η ίδια είχε εμπιστευτεί και πιστέψει. Η δική του ηρωίδα αυτοκτονεί από ντροπή και από τη διαπίστωση ότι όλα όσα την έκαναν να ξεστρατίσει, ήταν εντέλει άνευ ουσίας. Είναι πράξη απόγνωσης και αυτοσεβασμού και συνάμα πράξη ηθική, αφού η Μποβαρί δεν ξεπέφτει σε εύκολα γυναικεία τερτίπια για να την εξεύρεση χρημάτων. Ακόμη και όταν εξαθλιώνεται οικονομικά, δεν εκποιεί τον έρωτα που υπεράσπισε σε όλη τη διάρκεια της ζωής της. Αποτελεί το πρότυπο της γυναίκας η οποία, αφού διέσχισε το σκοτάδι ενός ταπεινωτικού γυναικείου ρόλου, αφού υπέμεινε τη φθορά και την προδοσία του άκρατου ρομαντισμού, συνειδητοποιεί αργά τη ρεαλιστική όψη των πραγμάτων και δεν την αντέχει.
Το γεγονός ότι ο Φλωμπέρ στα μέσα του 19ου αιώνα αποφασίζει να φιλοτεχνήσει λογοτεχνικά ένα τέτοιο θηλυκό, ατενίζοντας προφανώς με διορατικότητα το γυναικείο μέλλον που ανέτειλε μαζί με τη νέα εποχή, αποδεικνύει ότι σαφώς είχε επηρεαστεί από την ιδεολογική έκρηξη που είχε συντελεστεί έπειτα από τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό και τις κατακτήσεις του φεμινιστικού κινήματος, αντανάκλαση των οποίων διαπιστώνουμε και στη Νόρα ή το Κουκλόσπιτο του Ίψεν, όπου καταξιώνεται επιτέλους ο γυναικείος νους και αποκαθηλώνεται από το βάθρο της αυθεντίας η ανδρική ορθολογιστική νοημοσύνη.
Εξάλλου ο Φλωμπέρ απογυμνώνει ηθικά τον ρεαλισμό με το να τον προβάλλει. Ετούτο καταδεικνύεται από τον τρόπο με τον οποίο προβάλλει τα αρσενικά του έργου του. Τα πλάθει ρηχά και μάλλον αντιπαθητικά καθώς όλα τους, πλην του Σαρλ, υποκύπτουν στην ψυχρή, απαθή, υπολογιστική, μικρόνοη λογική τους. Εξαίρεση αποτελεί μόνο ο Σαρλ, ο άντρας του οποίου ο ψυχισμός «θηλυκοφέρνει» αφού εκδηλώνει αντιδράσεις που προσεγγίζουν το στερεότυπο της γυναικείας συμπεριφοράς και τολμά να εμμένει στην αγάπη μιας γυναίκας που τον κατέστρεψε. Ο Σαρλ αποτελεί τη γέφυρα όπου συναντιέται ο θηλυκός και αρσενικός ιδεολογικός ορίζοντας, ο κοινός ορίζοντας που από τα μισά του 19ου αιώνα άρχισαν και στη λογοτεχνία να ατενίζουν οι άντρες και οι γυναίκες δημιουργοί, δίχως τις παρωμπίδες των στερεοτύπων.
Τέλος, ίσως το εντυπωσιακότερο χαρακτηριστικό της Μαντάμ Μποβαρί είναι το ισοζύγιο που ο Φλωμπέρ επιτυγχάνει ανάμεσα στην προβολή των εσωτερικών δαιμόνων που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι και στις κοινωνικές επιρροές που αλλοιώνουν και καθορίζουν τις αποφάσεις τους. Η τραγικότητα κάθε ανθρώπου που αναγκάζεται να υποτάξει τις ψυχικές του παρορμήσεις μέσα στα όρια της υποκρισίας του πολιτισμού, φαντάζει ως το καταλυτικό επιμύθιο του εμπνευσμένου αυτού έργου.
Μαντάμ Μποβαρί του Gustave Flaubert
μετάφραση: Ειρήνη Μίκου
επιμέλεια σειράς: Μαρία Ατματζίδου
4π Ειδικές Εκδόσεις Α.Ε., 2011
367 σελ.
Μαντάμ Μποβαρί του Γκουστάβ Φλωμπέρ
γράφει η Πασχαλία Τραυλού
O Γκουστάβ Φλωμπέρ σε ένα γράμμα του προς την αγαπημένη του Λουίζ Κολέ στις 24 Απριλίου του 1852 αποκαλύπτει τον ιδεολογικό προσανατολισμό της τέχνης του, επισημαίνοντας ότι επεδίωκε ένα ύφος ρυθμικό όπως ο στίχος και ακριβές όπως η γλώσσα της επιστήμης. Όσο πιο στέρεα εντυπώνεται η λέξη στη σκέψη, τόσο ωραιότερο είναι το αποτέλεσμα».
Οι απόψεις του Φλωμπέρ αποτέλεσαν τον πυρήνα για τη σύγχρονη λογοτεχνία και η «μοναδική κυριολεξία» όπως αποκαλούσε ο ίδιος τη «σχολή» που ακολούθησε, βρήκε αμέτρητους σύγχρονους υποστηρικτές.
Ο στόχος του έχει απόλυτα επιτευχθεί στη Μαντάμ Μποβαρί, της οποίας η δημιουργία τον συντρόφευσε και τον καταπόνησε έξι ολόκληρα χρόνια, για να περάσει δια πυρός και σιδήρου έως ότου τον αποδεχτεί η συντηρητική κριτική της εποχής που διατύπωσε αρχικά την άποψη ότι ο Φλωμπέρ εισήγαγε κενά δαιμόνια, κάνοντας τολμηρές τοποθετήσεις περί θρησκείας, αντιλήψεων του διαφωτισμού και έμφυλων σχέσεων, με αρκετές πιπεράτες περιγραφές.
Ο στόχος του έχει απόλυτα επιτευχθεί στη Μαντάμ Μποβαρί, της οποίας η δημιουργία τον συντρόφευσε και τον καταπόνησε έξι ολόκληρα χρόνια, για να περάσει δια πυρός και σιδήρου έως ότου τον αποδεχτεί η συντηρητική κριτική της εποχής που διατύπωσε αρχικά την άποψη ότι ο Φλωμπέρ εισήγαγε κενά δαιμόνια, κάνοντας τολμηρές τοποθετήσεις περί θρησκείας, αντιλήψεων του διαφωτισμού και έμφυλων σχέσεων, με αρκετές πιπεράτες περιγραφές.
Ο Φλωμπέρ όμως δεν πτοείται προφανώς επειδή γνώριζε πόσο γερά είχε υφάνει το μύθο του και πόσο οξυδερκής και διορατικός υπήρξε στη φιλοτέχνηση του μυθιστορηματικού του ιστού. Εξάλλου, «η τέχνη είναι η αλήθεια» όπως ο ίδιος διατεινόταν, και η Μαντάμ Μποβαρί δεν είναι παρά μια εμβληματική γυναίκα, επηρεασμένη από το νέο κύμα ιδεών και από το φεμινιστικό κίνημα που αρχίζει να διαποτίζει τα λαίμαργα για ελευθερία γυναικεία πνεύματα.
Θα αποτελούσε τραγική παρανόηση η όποια προσέγγιση του βιβλίου και της προσωπικότητας της Μαντάμ Μποβαρί ως μια επιδίωξη του Φλωμπέρ να ζωντανέψει απλώς στο γραπτό του μια γυναίκα με πάθος. Ο συγγραφέας επιδιώκει να φέρει στο φως τις εσωτερικές συγκρούσεις του γυναικείου ψυχισμού και να τις αντιπαραβάλει με τη νηνεμία ή έστω με τους ελαφρότερους κλυδωνισμούς της αντρικής ψυχοσύνθεσης, εστιάζοντας περισσότερο σε εκείνα τα γνωρίσματα που είναι διαχρονικά και για τα δύο φύλα. Το έργο αποτελεί μια χειρουργική σχεδόν ψυχογράφηση των φύλων όσον αφορά τους μοχλούς που υποκινούν την κοινωνική τους δράση και ακτινοσκοπεί κάθε λεπτή διάκριση αιτιολογώντας τη επαρκώς.
Το πάθος, η ανάγκη για κοινωνική προβολή και καταξίωση, το δέσιμο των γυναικών με τα υλικά αγαθά, ο μύθος του ρόλου της μητρότητας ως υπέρτατη πηγή ευτυχίας, η ανάγκη του γάμου ως μέσο διαφυγής από την πατρική οικογένεια και η ανάγκη του παράνομου έρωτα ως υποκατάστατου για το νεκρό συζυγικό πάθος, η προδοσία και η φθορά του αυτοσεβασμού σε μια κοινωνία έτοιμη ανά πάσα στιγμή να λιθοβολήσει το ερωτικό παράπτωμα μόνο των θηλυκών είναι μερικές μόνο από τις ιδεολογικές προβολές του Φλωμπέρ, σε μια εποχή ακόμη σκοτεινή και καχύποπτη, κυριαρχημένη και υποκινούμενη σε κάθε της δράση από προκαταλήψεις και στερεότυπα βαθιά σφηνωμένα στις συνειδήσεις.
Εντυπωσιάζει πραγματικά ο τρόπος, εκφραστικός και στοχαστικός, που ο Φλωμπέρ έχει καταφέρει να διεισδύσει ακόμη και στις πιο απόκρυφες γυναικείες σκέψεις, αποκωδικοποιώντας έναν ψυχισμό που σε πολλούς φαντάζει δυσνόητος και δυσερμήνευτος. Σ’ αυτή την απορία, την απάντηση δίνει η διάρκεια συγγραφής του έργου που επέτρεψε στον δημιουργό να μελετήσει προφανώς το γυναικείο φύλο και τις αντιδράσεις του και να ζυμώσει μέσα στο μυθιστορηματικό του ιστό τις πληροφορίες που κατάφερε να συλλέξει.
Η Μαντάμ Μποβαρί ως ιστορία δεν είναι αποτέλεσμα του μόχθου κάθε μυθιστοριογράφου να συνθέσει έναν πρωτότυπο μύθο. Αντιθέτως, είναι η αναγωγή σε τέχνη μιας καθημερινής ιστορίας που γίνεται περισσότερο τραγική μόνο στο τέλος της, επηρεασμένη ίσως από το ρεύμα του ρομαντισμού. Η ηρωίδα δεν είναι παρά η «άτακτη» γυναίκα κάθε εποχής, η τολμηρή θηλυκή προσωπικότητα που δεν χωράει στα καλούπια των στερεότυπων αξιών και τολμά να ζήσει ό,τι εντέλει την καταστρέφει, διαποτισμένο στη διαβρωτική επιρροή της κοινωνικής κατακραυγής και προκατάληψης για τη γυναίκα που τολμά να διεκδικεί αυτό που πραγματικά έχει ανάγκη.
Μέσα από τη λογοτεχνική προσέγγιση όμως αυτής της λογοτεχνικής φιγούρας, ο Φλωμπέρ βρίσκει ευκαιρία να εκφραστεί για φλέγοντα ζητήματα της εποχής του, όπως η θρησκεία, η υποκρισία της αστικής τάξης, ο ρόλος του χρήματος, το αρσενικό που διαχωρίζει με ευκολία τον έρωτα από τη γενετήσια πράξη, κάτι που στερεότυπα συγχέει η γυναίκα. Δικαιολογημένα πολλοί κριτικοί θεωρούν ότι η μαντάμ Μποβαρί αποτελεί την προσωπική επανάσταση του Φλωμπέρ κατά της υποκρισίας της εποχής του και συνάμα κατά των στερεότυπων δομών μιας τέχνης στην οποία η γυναίκα συνήθως αυτοκτονεί λόγω της ελαφρότητας ενός έρωτα που η ίδια είχε εμπιστευτεί και πιστέψει. Η δική του ηρωίδα αυτοκτονεί από ντροπή και από τη διαπίστωση ότι όλα όσα την έκαναν να ξεστρατίσει, ήταν εντέλει άνευ ουσίας. Είναι πράξη απόγνωσης και αυτοσεβασμού και συνάμα πράξη ηθική, αφού η Μποβαρί δεν ξεπέφτει σε εύκολα γυναικεία τερτίπια για να την εξεύρεση χρημάτων. Ακόμη και όταν εξαθλιώνεται οικονομικά, δεν εκποιεί τον έρωτα που υπεράσπισε σε όλη τη διάρκεια της ζωής της. Αποτελεί το πρότυπο της γυναίκας η οποία, αφού διέσχισε το σκοτάδι ενός ταπεινωτικού γυναικείου ρόλου, αφού υπέμεινε τη φθορά και την προδοσία του άκρατου ρομαντισμού, συνειδητοποιεί αργά τη ρεαλιστική όψη των πραγμάτων και δεν την αντέχει.
Το γεγονός ότι ο Φλωμπέρ στα μέσα του 19ου αιώνα αποφασίζει να φιλοτεχνήσει λογοτεχνικά ένα τέτοιο θηλυκό, ατενίζοντας προφανώς με διορατικότητα το γυναικείο μέλλον που ανέτειλε μαζί με τη νέα εποχή, αποδεικνύει ότι σαφώς είχε επηρεαστεί από την ιδεολογική έκρηξη που είχε συντελεστεί έπειτα από τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό και τις κατακτήσεις του φεμινιστικού κινήματος, αντανάκλαση των οποίων διαπιστώνουμε και στη Νόρα ή το Κουκλόσπιτο του Ίψεν, όπου καταξιώνεται επιτέλους ο γυναικείος νους και αποκαθηλώνεται από το βάθρο της αυθεντίας η ανδρική ορθολογιστική νοημοσύνη.
Εξάλλου ο Φλωμπέρ απογυμνώνει ηθικά τον ρεαλισμό με το να τον προβάλλει. Ετούτο καταδεικνύεται από τον τρόπο με τον οποίο προβάλλει τα αρσενικά του έργου του. Τα πλάθει ρηχά και μάλλον αντιπαθητικά καθώς όλα τους, πλην του Σαρλ, υποκύπτουν στην ψυχρή, απαθή, υπολογιστική, μικρόνοη λογική τους. Εξαίρεση αποτελεί μόνο ο Σαρλ, ο άντρας του οποίου ο ψυχισμός «θηλυκοφέρνει» αφού εκδηλώνει αντιδράσεις που προσεγγίζουν το στερεότυπο της γυναικείας συμπεριφοράς και τολμά να εμμένει στην αγάπη μιας γυναίκας που τον κατέστρεψε. Ο Σαρλ αποτελεί τη γέφυρα όπου συναντιέται ο θηλυκός και αρσενικός ιδεολογικός ορίζοντας, ο κοινός ορίζοντας που από τα μισά του 19ου αιώνα άρχισαν και στη λογοτεχνία να ατενίζουν οι άντρες και οι γυναίκες δημιουργοί, δίχως τις παρωμπίδες των στερεοτύπων.
Τέλος, ίσως το εντυπωσιακότερο χαρακτηριστικό της Μαντάμ Μποβαρί είναι το ισοζύγιο που ο Φλωμπέρ επιτυγχάνει ανάμεσα στην προβολή των εσωτερικών δαιμόνων που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι και στις κοινωνικές επιρροές που αλλοιώνουν και καθορίζουν τις αποφάσεις τους. Η τραγικότητα κάθε ανθρώπου που αναγκάζεται να υποτάξει τις ψυχικές του παρορμήσεις μέσα στα όρια της υποκρισίας του πολιτισμού, φαντάζει ως το καταλυτικό επιμύθιο του εμπνευσμένου αυτού έργου.
Μαντάμ Μποβαρί του Gustave Flaubert
μετάφραση: Ειρήνη Μίκου
επιμέλεια σειράς: Μαρία Ατματζίδου
4π Ειδικές Εκδόσεις Α.Ε., 2011
367 σελ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου