Σάββατο 1 Μαρτίου 2008

... με τη σιωπή- θέατρο ΒΕΑΚΗ Μίρκα Παπακωνσταντίνου-Κώστας Αρζόγλου

kαλό μήνα φίλες και φίλοι! Προσωπικά, απ' αυτό το μήνα περιμένω αφενός λίγη ξεκούραση αφετέρου τις πρώτες εντυπώσεις σας από το νέο βιβλίο μου και νιώθω μια γλυκιά αγωνία γι' αυτό. Πάντως, μέρος αυτής της ανάγκης μου για λίγη χαλάρωση είναι η επιλογή κάποιων καλών κινηματογραφικών ταινιών και θεατρικών παραστάσεων που ήδη από το περασμένο Σαββατοκύριακο ξεκίνησα να βλέπω.
Μετά από έναν εκπληκτικό Τζώνυ Ντεπ στο "Σουίνι Τοντ" που θεωρώ ότι αδικήθηκε στα φετεινά Όσκαρ, συγκλονίστηκα χθες, όταν παρακολούθησα την παράσταση της Μίρκας Παπακωνσταντίνου "... με τη σιωπή" η οποία που μ' έκανε να καθίσω στις δύο τη νύχτα να γράψω το ακόλουθο κείμενο μόνο και μόνο για να μοιραστώ αυτή την εμπειρία τέχνης μαζί σας. Είχα να νιώσω έτσι για θεατρική παράσταση από το "HYSTERIA" με το Λάκη Λαζόπουλο, πέρισυ.
Ιδού οι δικές μου εντυπώσεις, σκέψεις, συναισθήματα:



Mίρκα Παπακωνσταντίνου, Κώστας Αρζόγλου
θέατρο Βεάκη, «…με τη σιωπή»

Μια εύγλωττη σιωπή αγγίζει το θεατή. Του ψιθυρίζει αλήθειες που μόνο να τις αιστανθεί μπορεί. Του δίνει απαντήσεις που υποσυνείδητα γυρεύει. Μέσα από μια μοναδική θεατρική αφαίρεση και ουσία, τον δένει στο μίτο της υπόθεσης και αντί να τον οδηγεί στην έξοδο απ’ το λαβύρινθο της ιστορίας, τον οδηγεί στο πιο σκοτεινό ερώτημα της ανθρώπινης ύπαρξης. Υπάρχει ζωή μετά θάνατον; Κι αν υπάρχει, είναι συνέχεια της παρούσας ή μια παράλληλη διάσταση με την οποία, λίγοι, οι εκλεκτοί, οι αλλιώτικοι, μπορούν να έχουν επαφή όταν στην αντίπερα όχθη βρίσκονται αγαπημένα πρόσωπα που τους καλούν κοντά τους;
Μήπως η τρέλα εντέλει είναι η ικανότητα να ζεις παράλληλα σε δυο διαστάσεις;
Μήπως τα μάτια της ψυχής μπορούν να δουν ό,τι κι αν λαχταρίσουν, μέσ’ απ’ το πρίσμα της αθωότητας;
Και μήπως τελικά η αγάπη είναι το εισιτήριο για το αέναο ταξίδι στον ενιαίο κόσμο νεκρών και ζωντανών όπου το μόνο σύνορο που πρέπει να καταρριφθεί είναι η οδύνη;

Μια γυναίκα που περιμένει ακόμη, τριάντα χρόνια μετά, ένα γράμμα από τον άντρα που ερωτεύτηκε και την εγκατέλειψε.
Ένας έφηβος που ταξιδεύει στις αλήθειες της σιωπής και θέλει να επικοινωνεί μόνο μ’ εκείνη την μισότρελη γυναίκα και τη νεκρή μητέρα του.
Ένας πατέρας που έχει σκοτώσει τον αγνό εαυτό του, προσκολλημένος στα υλικά αγαθά και την ηδονή, αφήνοντας ανέγγιχτη μονάχα την ανάγκη του να γίνει αποδεκτός απ’ το παιδί του.
Μία υπηρέτρια που θεωρεί τον έρωτα ως το μέσο για την κοινωνική της καταξίωση η οποία αδυνατεί να διακρίνει τα όρια ανάμεσα στον έρωτα και την ανάγκη της για πλούτη
Τρία φαντάσματα που ζουν τη δική τους παράλληλη ζωή, ανάμεσα στους ζωντανούς,
και ένας γιατρός που πιστεύει στα θαύματα όντας ο τοποτηρητής ετούτης της αλλόκοτης συνύπαρξης νεκρών και ζωντανών στο σπίτι με τα επτά μπαλκόνια.
Αυτές οι ιδέες και αυτά τα πρόσωπα υφαίνουν μια ιδιαίτερα συναρπαστική ιστορία, καθώς η σκληρότητα δίνει μάχη με την ευαισθησία, ό,τι πιο τρυφερό μπορεί να κρύβει μέσα στην ψυχή του ένας άνθρωπος πολεμάει να σπάσει τα όρια του υπερρεαλισμού και να αγγίξει αλήθειες που υπάρχουν πέρα από την απλή λογική και ο πόνος που είναι κρυμμένος στη σιωπή, τραβάει μαχαίρι και απειλεί εκείνον που δεν τον σέβεται.
Μια ανεκπλήρωτη ερωτική αγάπη, η αγάπη ενός παιδιού για τη νεκρή του μάνα, η αγάπη ενός πατέρα που ψάχνει τρόπο να κάνει ανακωχή με το παιδί του... Και ελλείψεις… Απουσίες που το κενό τους κατευθύνει ο μυαλό στην μαύρη τρύπα της τρέλας. Όλα αυτά τα συναισθήματα οδηγούν σε ένα και μόνο μονοπάτι. Στον κλονισμό της λογικής απ’ την απώλεια της ελπίδας και στη γεφύρωση ανάμεσα στον κόσμο των ζωντανών και των νεκρών. Γιατί όταν χάνεις όποιον αγαπάς, η λογική κάποιες φορές τον ακολουθεί όπου κι αν βρίσκεται.
Εντυπωσιακή η σκηνοθετική σύλληψη τα γεγονότα να διαδραματίζονται σε σκηνή και παρασκήνιο, όπου εναλλάσσονται αντίστοιχα η δράση των ζωντανών και των νεκρών ηρώων. Το ποιοι είναι στη σκηνή και ποιοι στο παρασκήνιο το καθορίζει κάθε φορά ο νους του πρωταγωνιστή. Και ο νους του θεατή καλείται να φιλτράρει και να τοποθετήσει τα νοήματα των λέξεων στα πολλαπλά τους επίπεδα.
«ΕΊμαστε διαφορετικοί» επαναλαμβάνει η τρελή γυναίκα γελώντας περήφανα με πλήρη συναίσθηση της ψυχικής της ταυτότητας.
«Όχι» μαθαίνει να ψελλίζει κάποια στιγμή το βουβό αγόρι που η μάνα του το είχε μάθει να λέει μόνο «ναι» εγκλωβίζοντάς το άθελά της στη σιωπή.
«Μην αργήσεις να ξανάρθεις» φωνάζει η ηρωίδα στον ταχυδρόμο που έρχεται με άδεια χέρια κοντά της.
«Φοράω δαχτυλίδια τα αγαπημένα φιλιά» θα πει σε κάποια άλλη στιγμή δείχνοντας ότι η τρυφερότητα είναι στολίδι της ψυχής και το έχουμε όλοι ανάγκη.
«Αν φτάσει στο σημείο το παιδί σου, να τραβήξει μαχαίρι εναντίον σου, τότε σημαίνει ότι έχει δίκιο» θα πει ο γιατρός.
Κι όταν τα τρία φαντάσματα, της μάνας, του παππού και της αδερφής του βωβού αγοριού, ξέρουν εκ των προτέρων ότι το αγόρι περνάει αναπάντεχα στη δική τους διάσταση, ένα ρίγος διαπερνάει το θεατή γι’ αυτή τη μεγαλειώδη όσο και τρομακτική στιγμή που προσμένει αυτή τη μετάβαση.

Δυνατά συναισθήματα, έξοχες ερμηνείες, μια γλαφυρή αφαίρεση, μια εξαίρετη, ταχύτατη και ευρηματική σκηνοθεσία, άρτια μουσική επένδυση. Μια παράσταση όπου η τρέλα καταλήγει να είναι τιμωρία, παρηγοριά και λύτρωση.
Το συνιστώ ανεπιφύλακτα!

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Η παράσταση θα πρέπει να ήταν καταπληκτική, εαν δείτε στο blog μου, www.akamas.wordpress.com, θα βρείτε μια κριτική για ένα σας βιβλίο.

Πασχαλία Τραυλού είπε...

Ευχαριστώ ιδιαίτερα που ασχολήθηκες με το βιβλίο μου. Μου δίνεις ομολογουμένως πολύ κουράγιο στην περιπέτεια της γραφής. Θα χαρώ, αν μου πεις τις εντυπώσεις σου και για το καινούργιο μου βιβλίο μιας και κάθε νεογέννητο, μας γεμίζει πάντα με την αγωνία της αποδοχής. Και πάλι σ' ευχαριστώ. Όσο για την παράσταση, εκεί να δεις τι σημαίνει τέχνη!