γράφει η Πασχαλία Τραυλού
Δεν θα μπορούσε να δοθεί πιο εύστοχος τίτλος σε αυτό το χορταστικό μυθιστόρημα του Χρήστου
Χωμενίδη καθώς η λέξη Νίκη, πέρα από το όνομα της μητέρας του συγγραφέα σηματοδοτεί
την αρχή μιας νέας εποχής κατά την οποία ανέτειλε θριαμβευτικά – καίτοι της έμελλε να
σκοτεινιάσει πρόωρα – μια νέα εποχή με το όραμα της ανιδιοτέλειας και της δημοκρατίας.
Αυτή η εποχή είναι σαφές ότι ενέπνευσε τον δημιουργό προκειμένου να καταγράψει σελίδες
ιστορίας που ακόμη δεν έχουν επαρκώς καταγραφεί από το επίσημο χέρι της ιστορίας.
Η εμφάνιση και η δράση του κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα, παρότι αποτέλεσαν
τομή στο ιδεολογικό προφίλ της Ελλάδας και στη διαμόρφωση της σύγχρονης
πολιτικοκοινωνικής εικόνας της, αποτελεί ακόμη στα σχολεία ένα κομμάτι ελληνικής ιστορίας
ανέγγιχτο ή με ακροθιγή και δειλή προσέγγιση.
Ο Χωμενίδης καταφέρνει μέσα στο μυθιστόρημά του, μέσα από τα μάτια της μητέρας του,
από την παιδική έως την πρώτη νεανική ηλικία των είκοσι δύο της χρόνων να
«κινηματογραφήσει» την καθημερινότητα των ανθρώπων εκείνης της περιόδου και να περάσει
τον σκεπτικισμό, τον ηρωισμό αλλά και τον φανατισμό μιας ιδεολογίας που κατηύθυνε γεγονότα
και ανθρώπους. Με σαφείς αναφορές στις έξωθεν επιρροές των Ελλήνων, με οριοθέτηση του
ανθρώπινου αφενός και του στυγνά ιδεολογικού παράγοντα αφετέρου, και με σαφή διάθεση να
γράψει ένα ιστορικό μυθιστόρημα αλλιώτικο από τα άλλα, στα οποία η ιστορία δεν αποτελεί
νεκρή και ψυχρή λέξη, αλλά φλέβα ζωντανή που αναπνέει, μορφάζει, πονάει, αλλοιώνεται,
μετασχηματίζεται και αλλάζει ανάλογα με την οπτική γωνία από την οποία την προσεγγίζει
κανείς, ο συγγραφέας είναι φανερό πως διαθέτει το απαραίτητο οπλοστάσιο για ένα τέτοιο ε
γχείρημα.
Γράφει από μελέτη, από εμπειρία και από μνήμης, από ιστορίες που αναμφίβολα έχει ακούσει
από το οικογενειακό του περιβάλλον, από διαβάσματα επιλεκτικά που αναφέρονται σε εκείνη
την περίοδο και από διηγήσεις που σίγουρα έχει απολαύσει και οι οποίες του έχουν αγγίξει τις
βαθύτερες συναισθηματικές χορδές του. Έτσι εξηγείται η αίσθηση της αυθεντικότητας που
αφήνει ετούτο το μυθιστόρημα, με τον απλό, καθημερινό λόγο όχι του ήρωα-υπερήρωα, αλλά
του ήρωα εκείνου που ορίζεται από την ιδέα που πυρώνει την ψυχή του και από το φόβο που
διαφεντεύει τη σάρκα του, κάνοντάς τον να βάζει τα χέρια του στη φωτιά όταν πρέπει να
υπερασπιστεί τα όσιά του ή να κρύβεται αναλόγως πίσω από μαύρα γυαλιά όταν οι καταδότες
παραμονεύουν.
Κυρίαρχος μοχλός του βιβλίου, πέρα από την ιδέα και τον ανθρώπινο φόβο, η αθωότητα.
Το γεγονός ότι ο συγγραφέας επιλέγει ως αφηγήτρια τη μητέρα του-παιδί αποδεικνύει το
αυτονόητο: μόνο ένα αθώο βλέμμα είναι σε θέση να προσεγγίσει την ιστορική αλήθεια, μόνο
η αγνή σκέψη, η ανόθευτη ακόμη από τις μεγαλόσχημες ιδέες είναι σε θέση να κατακτήσει
όλο το μέγεθος και όλες τις διαστάσεις μιας πραγματικότητας που πάντοτε είναι η απόρροια των
κοινωνικών κατασκευών κάποιων συμφερόντων.
Το μυθιστόρημα βέβαια, πέρα από την αξία του ως έμμεση ιστορική πηγή καθώς ο Χωμενίδης
έχει κάνει εξαίρετη συλλογή στοιχείων για εκείνη την περίοδο και έχει εντρυφήσει ακόμη
και σε λεπτομέρειες όχι ιδιαίτερα γνωστές στους περισσότερους αναγνώστες, έχει αναμφίβολα
και αισθητική, λογοτεχνική αξία. Η ιδιαίτερη γοητεία του έγκειται στη μαεστρία του
συγγραφέα με τον ρέοντα λόγο, τη συμπύκνωση και την αφαίρεση της αδιάφορης
περιττολογίας αλλά και τη χρήση κινηματογραφικής σχεδόν αφήγησης στα σημεία εκείνα που
αναδύονται συναισθήματα και τα οποία ο Χωμενίδης διαχειρίζεται άλλοτε με απόλυτη αίσθηση
του μέτρου ώστε να μην υπάρχουν μελό αποκλίσεις και άλλοτε με μια ακριβοδίκαιη αίσθηση
χιούμορ που πετυχαίνει το ποθούμενο, δηλαδή την μετάβαση από το καθημερινό στο
πανανθρώπινο, από το ειδικό στο γενικό, από την προσωπική αλήθεια του καθενός στα
γενικευμένα επιμύθια της ανθρώπινης ιστορίας, από τη σάρκα στο πνεύμα.
Ακόμη και άνθρωποι ιδεολογικά αντίθετοι ή άτομα που δεν αρέσκονται να διαβάζουν
κοινωνικοπολιτικό μυθιστόρημα, είναι σε θέση να παρακολουθήσουν το βιβλίο και μάλιστα
να μην θέλουν να το αφήσουν από τα χέρια τους. Η μικρή Νίκη είναι ιδιαίτερα γοητευτική και
ο αναγνώστης αισθάνεται σαν να τον παίρνει από το χέρι για να τον ξεναγήσει στον παιδικό της
μικρόκοσμο και στην κοινωνία της.
Πέρα από την πρωταγωνίστρια Νίκη, μια πλειάδα ακόμη ηρώων που περιγράφονται λεπτομερώς
με όλη τη γκάμα των προτερημάτων και των ελαττωμάτων τους, που η ψυχοσύνθεσή τους
αποτελεί απόδειξη ότι οι ανθρώπινοι ψυχισμοί δεν είναι μαύροι ή άσπροι αλλά οι διακυμάνσεις
τους εξαρτώνται από τις επιρροές που δέχονται και από τις συνθήκες μέσα στις οποίες ζουν,
αποδεικνύει ότι ο Χωμενίδης δεν προσέγγισε το θέμα του απλά σχηματικά και διεκπεραιωτικά
με απώτερο στόχο να πει κάποια πράγματα για το κομμουνιστικό κίνημα στην Ελλάδα εν είδει
πραγματείας, αλλά να παραμείνει συνεπής και έντιμος απέναντι στο στόχο του, να εκπονήσει
ένα μυθιστόρημα με υλικά ιστορικές αλήθειες και ανθρώπινα συναισθήματα, βασισμένο στον
άξονα της λογοτεχνικής πάντοτε έκφρασης
Νίκη
Μυθιστόρημα
Χ. Α. Χωμενίδης
Εκδόσεις Πατάκη, 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου