Σάββατο 11 Μαΐου 2013

La Sagrada Familia, της Αθηνάς Χατζή, εκδόσεις Ψυχογιός

http://www.thinkfree.gr/thinkculture/%ce%b2%ce%b9%ce%b2%ce%bb%ce%af%ce%bf/%ce%b1%cf%84%cf%8c%cf%86%ce%b9%ce%b1-%ce%bb%ce%bf%ce%b3%ce%bf%cf%84%ce%b5%cf%87%ce%bd%ce%af%ce%b1-%ce%b1%cf%80%cf%8c-%ce%bc%ce%b9%ce%b1-%ce%b5%ce%be%ce%b1%ce%af%cf%81%ce%b5%cf%84%ce%b7-%cf%83%cf%85

 
 
Κριτική προσέγγιση του βιβλίου La sagrada familia της Αθηνάς Χατζή, εκδόσεις Ψυχογιός, 209, σελ. 308
Γράφει η Πασχαλία Τραυλού / tnomik11@yahoo.gr
«Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε μια Λένα. Και μια άλλη φορά κι έναν αλλιώτικο το δίχως άλλο καιρό, υπήρχε μια άλλη η Πελαγία. Έπαψε να υπάρχει, για να υπάρχει η Λένα. Με άλλα λόγια, μάλλον η Λένα δε θα βρισκόταν εδώ, αν η Πελαγία ήταν ακόμη εκεί που θα ‘πρεπε, εκεί όπου της είχε οριστεί. Απήχθη όταν ήταν βρέφος. Τα ίχνη χάθηκαν. Μπορεί και να ‘ χει άλλο όνομα. Την ψάχνω. Αυτή είναι η απώλειά μου της αδελφής που δε γνώρισα, αυτή είναι η ταυτότητά μου, της γυναίκας που αντικατέστησε, αυτή είναι η αναζήτησή μου, της σύνδεσης με τα αρχέγονα κύτταρά μου»
Μια φορά κι ένα καιρό…Έτσι σαν παραμύθι κυλάει το βιβλίο της Αθηνάς. Σαν ένα παραμύθι για μεγάλους, αιχμηρό όσο χρειάζεται για να τους κάνει να ματώσουν, ευαίσθητο όσο είναι αναγκαίο για να ερεθίσει το δάκρυ τους, αληθινό όσο η ασκήμια που καθρεφτίζεται στην λίμνη ενός θολού πεπρωμένου. Είναι ένα παραμύθι που λέει σκληρές αλήθειες για τη ζωή, για τον έρωτα, την αδελφική αγάπη, την οικογένεια που πέρα από εξιδανικευμένος θεσμός γίνεται κάποτε η δίνη όπου στροβιλίζονται και αφανίζονται ανθρώπινες ζωές.
Η Λένα είναι ένα παιδί – ανταλλακτικό όπως χαρακτηριστικά αποκαλεί την ηρωίδα της με περιγραφικό κυνισμό η ίδια η συγγραφέας. Είναι ένα παιδί που γεννήθηκε για να σφραγίσει το κενό που άφησε η απώλεια της απαχθείσας μεγαλύτερης αδελφής της, της Πελαγίας και κατέληξε να επιφορτιστεί με όλο το άχθος της προσδοκίας που είχε ο περίγυρος, να γίνει αυτή ό,τι ήθελαν οι άλλοι να γίνει η Πελαγία. Κι όσο διαπίστωναν ότι οι προδιαγραφές του … ανταλλακτικού δεν ήταν εφάμιλλες με του πρωτοτύπου, το αποτέλεσμα ήταν η αδιαφορία για το παιδί και η εσωστρέφεια της ίδιας της Λένας που επιλέγει να μην μιλάει χρόνια ολόκληρα, αφήνοντας φορτία συναισθημάτων, σκέψεων και λέξεων φυλακισμένα στο μυαλό της και βιώνοντας την πιο σκληρή μορφή μοναξιάς: αυτή που νιώθει κανείς ανάμεσα σε κόσμο, ανάμεσα σε ανθρώπους που φαινομενικά και λόγω της εξ αίματος συγγένειας οφείλουν να σε αγαπούν κι εσύ πρέπει να δεχτείς αξιωματικά αυτή την αλήθεια έστω κι αν τίποτε δεν στην πιστοποιεί, για να καταλήξει έμμεσα στο υπαρξιακό σχεδόν ερώτημα του αναγνώστη: άραγε οι δεσμοί εξ αίματος ή οι δεσμοί εξ αγχιστείας, πέρα από το μύθο του δεσμού του συγγενικού αίματος που διαχρονικά συντηρείται, είναι εκείνοι που οδηγούν σε υγιείς ανθρώπινες σχέσεις.
Οι ήρωες είναι τραγικοί με ζηλευτή αυθεντικότητα, καθώς εντάσσονται σ’ ένα λεπτομερειακά δοσμένο χωροχρονικό πλαίσιο, σαν ταμπλό βιβάντ ιμπρεσιονιστή ζωγράφου, με πινελιές άλλοτε βαθειάς μελαγχολίας και άλλοτε ρηξικέλευθου κυνισμού. Είναι ήρωες καλά ζυγισμένοι, με προσωπικότητες διαυγείς, με τη μίξη του καλού και του κακού στις δόσεις που συναντά κανείς και στην καθημερινότητα.
Όλοι τους κουβαλούν ένα σταυρό. Οι γονείς που χάνουν την Πελαγία τους, το κοριτσάκι τους, αργότερα το Φάνη τους που φεύγει νύχτα στα καράβια, μετά τον Ιωσήφ που πάει να συναντήσει το όνειρο της τέχνης στην πρωτεύουσα και τελικά ανταμώνεται μόνο με το φάντασμα του ονείρου. Αλλά και η θετή μητέρα της Μαρίας, της πρώην Πελαγίας, ομοίως πικραμένη κι αυτή, όταν η θετή κόρη, μόλις στα δεκαέξι εγκαταλείπει το σπίτι και η συγγραφέας κάνει τη μεγαλειώδη παρατήρηση ότι δεν ήξεραν αν είναι πιο επώδυνη η απώλεια ενός παιδιού λόγω απαγωγής ή λόγω της εκούσιας φυγής του.
Η δομή του βιβλίου είναι απλή: Ξετυλίγεται από τα παιδικά χρόνια της Λένας, περνά στη ζωή της Πελαγίας κι έπειτα εναλλάξ ο αναγνώστης παρακολουθεί σαν μονόπρακτα τις δυο ηρωίδες να μεγαλώνουν, να ωριμάζουν, να γεμίζει η ζωή τους φως και σκοτάδι, να δονούνται από διαφορετικές συγκινήσεις, να γίνονται δέκτες και πομποί της κυρίαρχης ιδέας: η οικογένεια είναι μια λίμνη κι άλλοτε ένας βάλτος. Αλλά η ζωή είναι ένα ταξίδι και το κάνεις μόνος σου.
Τα ταξίδια, εσωτερικά κι εξωτερικά, των ηρώωνδεν έχουν στόχο τη φυγή αλλά τη γνώση. Η Λένα έζησε στη βαλτώδη οικογένεια και στη βαλτώδη κλειστή κοινωνία ενός χωριού, περιφρονώντας και την πρώτη και τη δεύτερη. Ταξίδευε μες στη σιωπή της, μες στη μαγεία των λέξεων, απ’ αυτή αρπάχτηκε, χάρη σ’ αυτή γνώρισε τον εαυτό της και απελευθερώθηκε από τα δεσμά των ξένων ονείρων.Η Πελαγία πάλι, μεγάλωσε σε αστικό και πλούσιο περιβάλλον αλλά και πάλι επέλεξε νωρίς τη φυγή ως μέσω αυτογνωσίας και απεξάρτησης απ’ ό,τι προσπαθούσε να προσδιορίσει μια λανθάνουσα γι’ αυτήν ταυτότητα. Τη μεν Λένα, τη συναντάμε να περπατάει μόνη πλάι στη λίμνη του χωριού της γράφοντας το όνομά της πλάι στη λέξη έρημο, τη δε Πελαγία, να περπατάει με γυμνά πόδια σε έρημο αληθινή έχοντας άλλη μια απλωμένη στην καρδιά της. Αδερφές σκέψεις, αδερφές λέξεις…
Η πρώτη επιλέγει την εσωστρέφεια και τη σιωπή για άμυνές της – δεν μιλάει όχι γιατί είναι μουγκή αλλά γιατί απλά δεν θέλει να μιλήσει- , ενώ η δεύτερη επιλέγει τη φυγή και τον έρωτα τον οποίο η πρώτη τον απαρνείται, ή μάλλον τον περιφρονεί κατ’ ανάγκην λόγω έλλειψης επιλογής στα στενά όρια του χωριού της. Τα ήθη της επαρχίαςκαι του αστικού περιβάλλοντοςδίνονται ανάγλυφα όπως ιδιαίτερα επιτυχείς είναι και οι ερωτικές σκηνές της Μαρίας και του Μόρισον δοσμένες με λιτότητα και μέτρο. «Και μετά στα γέλια μέσα έκαναν έρωτα ο Μόρισον και η μικρή Μαρία. ΄Έκαναν έρωτα σαν παιχνίδι και σαν ζαβολιά, σαν συνενοχή. Και σαν πρωτόπλαστοι. Σαν πρωτόπλαστοι τα ζούσαν όλα μαζί. Με αθωότητα και συνενοχή».
Η συμπύκνωση είναι το κατεξοχήν χαρακτηριστικό της γλώσσας.Hσυγγραφέας χρησιμοποιεί μεφειδώ τα ρήματα, επιλέγοντας συχνά τις ελλειπτικές προτάσεις, αφήνοντας στον αναγνώστη την πρωτοβουλία να ολοκληρώσει το νόημα που του υποβάλλει.Αντιθέτως, χρησιμοποιεί πληθωρικά και ανατρεπτικά το επίθετο δίνοντας έμφαση στην ιδέα που θέλει να υπογραμμίσει. Όχι για εντυπωσιασμό – για εντυπωσιασμό ποτέ.
Η γλώσσα γίνεται άλλοτε απλά ένα εκφραστικό μέσο, άλλοτε νυστέρι με το οποίο τρυπώνει στα μύχια των συνειδήσεων και τις εξυγιαίνει και άλλοτε καθρέφτης για να διακρίνει κανείς έστω θολή την αλήθεια του εαυτού του. Η Αθηνά τη γλώσσα τη λατρεύει. Συλλέγει τις λέξεις της με προσοχή, τις λουστράρει, τις διαστρεβλώνει κάποτε, τους αλλάζει διάταξη, άλλοτε και νόημα, φτιάχνει λογοπαίγνια, ξεχειλώνει τις σημασίες τους για να χωρέσουν κι άλλα νοήματα μέσα. Δεν δίνει βαρύτητα μόνο στη λέξη αλλά και στις αναπνοές, και στα κενά ανάμεσά τους και στη στίξη, και στα υπερβατά σχήματα και στ’ ασύνδετα που καταλήγουν να συνδέουν τα πιο αλλοπρόσαλλα και ετερόκλητα νοήματα μέσα στο βιβλίο. Η συγγραφέας αποτυπώνει εύστοχα το σεβασμό της για τον ανθρώπινο λόγο, αναφέροντας ότι «οι λέξεις είναι για να τις φυλάμε και να τις κρατάμε μυστικές κι επτασφράγιστες. Κι έτσι η Λένα –η ηρωίδα της- έγινε συλλέκτρια λέξεων».
Το la sagrada familia είναι ατόφια λογοτεχνία που αναδεικνύει την Αθηνά Χατζή σε εξαίρετη συλλέκτρια λέξεων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: