Πέμπτη 2 Απριλίου 2009

LA SAGRADA FAMILIA

La sagrada familia

«Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε μια Λένα. Και μια άλλη φορά κι έναν αλλιώτικο το δίχως άλλο καιρό, υπήρχε μια άλλη η Πελαγία. Έπαψε να υπάρχει, για να υπάρχει η Λένα. Με άλλα λόγια, μάλλον η Λένα δε θα βρισκόταν εδώ, αν η Πελαγία ήταν ακόμη εκεί που θα ‘πρεπε, εκεί όπου της είχε οριστεί. Απήχθη όταν ήταν βρέφος. Τα ίχνη χάθηκαν. Μπορεί και να ‘ χει άλλο όνομα. Την ψάχνω. Αυτή είναι η απώλειά μου της αδελφής που δε γνώρισα, αυτή είναι η ταυτότητά μου, της γυναίκας που αντικατέστησε, αυτή είναι η αναζήτησή μου, της σύνδεσης με τα αρχέγονα κύτταρά μου»

Μια φορά κι ένα καιρό…
Έτσι σαν παραμύθι κυλάει το βιβλίο της Αθηνάς. Σαν ένα παραμύθι για μεγάλους, αιχμηρό όσο χρειάζεται για να τους κάνει να ματώσουν, ευαίσθητο όσο είναι αναγκαίο για να ερεθίσει το δάκρυ τους, αληθινό όσο η ασκήμια που καθρεφτίζεται στην λίμνη ενός θολού πεπρωμένου. Είναι ένα παραμύθι που λέει σκληρές αλήθειες για τη ζωή, για τον έρωτα, την αδελφική αγάπη, την οικογένεια που πέρα από αρχή εξιδανικευμένη γίνεται κάποτε η δίνη όπου στροβιλίζονται και αφανίζονται ανθρώπινες ζωές.

Η ιστορία, συμπυκνωμένη στο ανωτέρω απόσπασμα: Η Λένα είναι ένα παιδί – ανταλλακτικό όπως χαρακτηριστικά αποκαλεί την ηρωίδα της με περιγραφικό κυνισμό η ίδια η συγγραφέας. Είναι ένα παιδί που γεννήθηκε για να σφραγίσει το κενό που άφησε η απώλεια της απαχθείσας μεγαλύτερης αδελφής της, της Πελαγίας και κατέληξε να επιφορτιστεί με όλο το άχθος της προσδοκίας που είχε ο περίγυρος, να γίνει αυτή ό,τι ήθελαν οι άλλοι να γίνει η Πελαγία. Κι όσο διαπίστωναν ότι οι προδιαγραφές του … ανταλλακτικού δεν ήταν εφάμιλλες με του πρωτοτύπου, το αποτέλεσμα ήταν η αδιαφορία για το παιδί και η εσωστρέφεια της ίδιας της Λένας που επιλέγει να μην μιλάει χρόνια ολόκληρα, αφήνοντας φορτία συναισθημάτων, σκέψεων και λέξεων φυλακισμένα στο μυαλό της και βιώνοντας την πιο σκληρή μορφή μοναξιάς: αυτή που νιώθει κανείς ανάμεσα σε κόσμο, ανάμεσα σε ανθρώπους που φαινομενικά και λόγω της εξ αίματος συγγένειας οφείλουν να σε αγαπούν κι εσύ πρέπει να δεχτείς αξιωματικά αυτή την αλήθεια έστω κι αν τίποτε δεν στην πιστοποιεί, για να καταλήξει έμμεσα στο υπαρξιακό σχεδόν ερώτημα του αναγνώστη: άραγε οι δεσμοί εξ αίματος ή οι δεσμοί εξ αγχιστείας, πέρα από το μύθο του δεσμού του συγγενικού αίματος που διαχρονικά συντηρείται, είναι εκείνοι που οδηγούν σε υγιείς ανθρώπινες σχέσεις.
Ωστόσο η Αθηνά μπορεί να γράψει ιστορία με την λογοτεχνία που υπηρετεί, όμως δεν γράφει για την ιστορία. Γράφει για την ιδέα ή τις ιδέες που επιθυμεί να υπηρετήσει. Η κεντρική ιδέα του βιβλίου χρησιμοποιεί μόνο ως όχημα την ιστορία για να ξετυλιχτεί, να αναλυθεί, να αποδειχτεί, να φωτιστεί. Αντί η ιδέα να είναι το επιμύθιο της ιστορίας, στην προκειμένη περίπτωση η ιστορία ακολουθεί, υπηρετώντας την ιδέα και η ιδιαιτερότητα του βιβλίου είναι ότι η εσωτερική δράση της ιδέας έχει τόση πλοκή που ίσως συναγωνίζεται ή ξεπερνάει σε ενδιαφέρον την εξωτερική πλοκή της ιστορίας.

Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, είναι προφανές ότι η Αθηνά δεν ήθελε να μας παρουσιάσει μια ιστορία όπως μια μοδίστρα ένα όμορφο ρούχο, ευκολοφόρετο και μοδάτο. Θέλησε να μας δώσει κάτι καλοδουλεμένο και ακριβό kai γι’ αυτό aνθεκτικό στη φθορά και στο χρόνο. Και τολμά να μας το δείξει κι από τη μέσα πλευρά του, τις ραφές του, τα γαζιά, τα στριφώματα.
Η Αθηνά έχει το θάρρος να μας δώσει μια ιστορία από την πίσω πλευρά της, τη σκοτεινή, θέλησε να δούμε όλη την ατσαλιά, την κακοτεχνία ίσως των ανθρωπίνων σχέσεων, δίνει την πίσω εικόνα ενός όμορφου εξ όψεως
κεντήματος, με όλους τους κόμπους, τις στραβοψαλιδιές και τα λάθη. Και το πέτυχε. Το δάκρυ καιροφυλαχτεί στο βλέφαρο να κυλήσει μετά από κάθε σελίδα αλλά συγκρατείται αφού το βιβλίο ούτε μια στιγμή δεν πέφτει στην παγίδα του μελό.
Έτσι, η Αθηνά με το βιβλίο της αποδεικνύεται χαρισματική δασκάλα. Δεν κατεβαίνει στο επίπεδο του απλοΪκού για να γίνει κατανοητή, αλλά με τα εκφραστικά της μέσα συναρπάζει τον αναγνώστη, τον κάνει να λαχταρήσει να διαβάσει ξανά και ξανά την ίδια σελίδα ανακαλύπτοντας έτσι τα πολλαπλά νοήματα και επίπεδα της ιστορίας.

Οι ήρωές της, αριστοτεχνικά πλασμένοι. Ήρωες τραγικοί και συνάμα τόσο αυθεντικοί, καθώς τους εντάσσει μέσα σ’ ένα λεπτομερειακά δοσμένο χωροχρονικό περιβάλλον που νομίζεις ότι όλη η ιστορία και τα πρόσωπα μέσα σ’ αυτήν αποτελούν ένα ταμπλό βιβάντ, ένα πίνακα ζωγραφικό ιμπρεσιονιστή ζωγράφου, με πινελιές άλλοτε βαθειάς μελαγχολίας και άλλοτε ρηξικέλευθου κυνισμού. Είναι ήρωες καλά ζυγισμένοι, με προσωπικότητες αποκρυσταλ-λωμένες, καθαρές, με τη μίξη του καλού και του κακού στις δόσεις που συναντά κανείς και στην καθημερινότητα αδυνατώντας ν’ αποφανθεί πολλές φορές πού να τους κατατάξει. Το σίγουρο είναι ότι όλοι οι ήρωες είναι βασανισμένοι. Οι γονείς που χάνουν την Πελαγία τους, το κοριτσάκι τους, αργότερα το Φάνη τους που φεύγει νύχτα στα καράβια, μετά τον Ιωσήφ που πάει να συναντήσει το όνειρο της τέχνης στην πρωτεύουσα και τελικά ανταμώνεται μόνο με το φάντασμα του ονείρου. Αλλά και η θετή μητέρα της Μαρίας, της πρώην Πελαγίας, ομοίως πικραμένη κι αυτή, όταν η θετή κόρη, μόλις στα δεκαέξι εγκαταλείπει το σπίτι και η συγγραφέας κάνει τη μεγαλειώδη και μεστή συνάμα παρατήρηση ότι δεν ήξεραν αν είναι πιο επώδυνη η απώλεια ενός παιδιού λόγω απαγωγής ή λόγω της εκούσιας φυγής του.
Αναμφίβολα πρωταγωνίστριες και τραγικές φιγούρες του βιβλίου, οι δυο αδερφές, σπασμένοι κρίκοι μιας αλυσίδας, ασυνείδητη σκιά η μια της άλλης, μυστήριο κάλεσμα της φλέβας που χρόνια ολόκληρα της τυραννούσε ώσπου κάποτε, κάπως να συναντηθούν για να διαπιστώσουν ότι αξία περισσότερη δεν είχε που ήταν στ’ αλήθεια εξ αίματος αδερφές, αλλά το ότι μίλησαν οι ψυχές τους, ζεστάθηκαν, κούρνιασε η μια στη μοναξιά της άλλης και λυτρώθηκε.

Η δομή του βιβλίου είναι απλή: Ξετυλίγεται χρονικά από τα παιδικά χρόνια της Λένας, περνά στην ζωή της Πελαγίας κι έπειτα εναλλάξ παρακολουθούμε σαν μονόπρακτα σε θεατρικό σανίδι τις δυο ηρωίδες να μεγαλώνουν, να ωριμάζουν, να γεμίζει η ζωή τους φωσάκια και σκοτάδι, να δονούνται από διαφορετικές συγκινήσεις, να γίνονται δέκτες και πομποί της κυρίαρχης ιδέας: η οικογένεια είναι μια λίμνη κι άλλοτε ένας βάλτος. Αλλά η ζωή είναι ένα ταξίδι και το κάνεις μόνος σου.

Τα ταξίδια που κάνουν οι ήρωες της Αθηνάς είναι πολλά, και νομίζω ότι υποδηλώνουν και μια ενδόμυχη δική της ανάγκη. Όχι αυτή της φυγής, αλλά της γνώσης. Της διείσδυσης σε άγνωστους τόπους και άγνωστες ιδέες. Η Λένα έζησε στη βαλτώδη οικογένεια και στη βαλτώδη κλειστή κοινωνία ενός χωριού, περιφρονώντας και την πρώτη και τη δεύτερη. Ταξίδευε μες στη σιωπή της, μες στη μαγεία των λέξεων, απ’ αυτή αρπάχτηκε, χάρη σ’ αυτή γνώρισε τον εαυτό της και απελευθερώθηκε από τα δεσμά των ξένων ονείρων.
Η Πελαγία πάλι, μεγάλωσε σε αστικό και πλούσιο περιβάλλον αλλά και πάλι επέλεξε νωρίς τη φυγή ως μέσω αυτογνωσίας και απεξάρτησης απ’ ό,τι προσπαθούσε να προσδιορίσει μια λανθάνουσα γι’ αυτήν ταυτότητα, μια ταυτότητα που ένιωθε ότι δεν ήταν αυτή που ταίριαζε στην προσωπικότητά της. Τη μεν Λένα, τη συναντάμε να περπατάει μόνη πλάι στη λίμνη του χωριού της γράφοντας το όνομά της πλάι στη λέξη έρημο, τη δε Πελαγία, να περπατάει με γυμνά πόδια σε έρημο αληθινή έχοντας άλλη μια απλωμένη στην καρδιά της. Αδερφές σκέψεις, αδερφές λέξεις…

Η πρώτη επιλέγει την εσωστρέφεια και τη σιωπή για άμυνές της – δεν μιλάει όχι γιατί είναι μουγκή αλλά γιατί απλά δεν θέλει να μιλήσει- , ενώ η δεύτερη επιλέγει τη φυγή και τον έρωτα τον οποίο η πρώτη τον απαρνείται, ή μάλλον τον περιφρονεί κατ’ ανάγκην λόγω έλλειψης επιλογής στα στενά όρια του χωριού της. Κι όλες αυτές οι πληροφορίες για τις ηρωίδες δίνονται εναλλάξ, από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, σαν να πατάει κανείς ένα κουμπί κι εμφανίζονται οι εναλλαγές δυο θεατρικών σκηνικών, δυο διαφορετικών ζωών και συνάμα σαν να έχει τη μαγική δύναμη η συγγραφέας-παντογνώστης να διαβάζει την σκέψη και να αποκαλύπτει την εσωτερική δράση μέσα από ένα πλέγμα διόλου περιττών λεπτομερειών που στοιχειοθετούν τον περιβάλλοντα χώρο των ηρωίδων και συνάμα συμβάλλουν στη φιλοτέχνηση του σκηνικού μέσα στο οποίο ζουν και δρουν τα πρόσωπα. Η Αθηνά δίνει ανάγλυφα τα ήθη της επαρχίας και του αστικού περιβάλλοντος, εμπλουτίζοντας το κείμενό της με σημαντικό αριθμό ηθογραφικών και λαογραφικών στοιχείων.

Δεν μπορώ να μην αναφέρω την απόλυτη αρμονία ανάμεσα στην εσωτερική και την εξωτερική περιγραφή. Η συγγραφέας δίνει πολύ μεγάλη σημασία στη λεπτομέρεια όχι μόνο με την έννοια της τελειότητας αλλά και με την κυριολεκτική σημασία του όρου. Δίνει άφθονες λεπτομερείς, εντυπωσιακές και πρωτότυπες περιγραφές οι οποίες όχι μόνο δεν φαντάζουν περιττές αλλά δημιουργούν στον αναγνώστη τη λαχτάρα να γευτεί ολοένα και περισσότερη τη μεστή γεύση της αληθινής λογοτεχνίας.

Έτσι, παρακολουθούμε τις χωροχρονικές μεταβάσεις μ’ ένα πολύ ευκολονόητο και συνάμα συμπυκνωμένο τρόπο όπως με τρόπο συμπαγή αποδίδει η Αθηνά αβίαστα ακόμη και τα συναισθήματα. Εντυπωσιακές οι ερωτικές σκηνές της Μαρίας και του Μόρισον δοσμένες με λιτές, λιγοστές αλλά καίριες φράσεις. «Και μετά στα γέλια μέσα έκαναν έρωτα ο Μόρισον και η μικρή Μαρία. ΄Έκαναν έρωτα σαν παιχνίδι και σαν ζαβολιά, σαν συνενοχή. Και σαν πρωτόπλαστοι. Σαν πρωτόπλαστοι τα ζούσαν όλα μαζί. Με αθωότητα και συνενοχή.

Η συμπύκνωση είναι το κατεξοχήν χαρακτηριστικό της γλώσσας της Αθηνάς Χατζή, μια συμπύκνωση στην οποία φτάνει με λεπτοδούλεμα της έκφρασης, ζύγισμα στη φράση, αίσθηση του μέτρου και προσεκτική επιλογή των εκφραστικών της μέσων. Χρησιμοποιεί με ιδιαίτερη λιτότητα τα ρήματα, επιλέγοντας συχνά τις ελλειπτικές προτάσεις για να αποδώσει εμφαντικά τα πλήρη νοήματά της και για τη δημιουργία ανάλαφρου ύφους, αφήνοντας στον αναγνώστη την πρωτοβουλία να ολοκληρώσει και να επεξεργαστεί το νόημα το οποίο μέσα από τις περιγραφές της του υποβάλλει.
Αντιθέτως, χρησιμοποιεί πληθωρικά το επίθετο με ιδιαίτερη πρωτοτυπία όμως και μόνο για να δώσει έμφαση κάθε φορά στην ιδέα που θέλει να υπογραμμίσει. Όχι για εντυπωσιασμό – για εντυπωσιασμό ποτέ .
Η γλώσσα δια χειρός Αθηνάς γίνεται άλλοτε απλά ένα εκφραστικό μέσο, άλλοτε νυστέρι με το οποίο τρυπώνει στα μύχια των συνειδήσεων και της εξυγιαίνει και άλλοτε καθρέφτης για να δει κανείς θολό τον εαυτό του μες στο γυαλί. Η Αθηνά τη γλώσσα τη λατρεύει. Την αντιμετωπίζει με την απόλαυση που ένα παιδί παίζει με τα κοχύλια. Μαζεύει τις λέξεις της με προσοχή, τις λουστράρει, τις στολίζει, τις διαστρεβλώνει κάποτε, τους αλλάζει διάταξη, άλλοτε και νόημα, φτιάχνει λογοπαίγνια, ξεχειλώνει τις σημασίες τους για να χωρέσουν κι άλλα νοήματα μέσα. Η Αθηνά τολμώ να πω ότι είναι ερωτευμένη με τη γλώσσα και η επαφή της με το λόγο την καθιστά δεινή χειρίστρια. Δεν δίνει βαρύτητα μόνο στη λέξη αλλά και στις αναπνοές, και στα κενά ανάμεσά τους και στη στίξη, και στα υπερβατά σχήματα και στ’ ασύνδετα που καταλήγουν να συνδέουν τα πιο αλλοπρόσαλλα και ετερόκλητα νοήματα μέσα στο βιβλίο. Δεν είναι τυχαίο που – ενώ επιλέγει το μακροπερίοδο λόγο – διαβάζεις την περίοδο με άνεση χωρίς να αγκομαχάς και χωρίς να χάνεις τους ειρμούς της φράσης.
Η ίδια με το προσωπείο της Λένας της κάπου σημειώνει:«Η Λένα δεν μιλούσε όχι γιατί δεν μπορούσε, αλλά γιατί την πλήγωναν οι ήχοι των λέξεων. Αν μία μόνο λέξη, η λέξη «ζαβό» είχε τέτοιες τρομακτικές δυνάμεις στο άκουσμά της, δυνάμεις που μπόρεσαν να της αφαιρέσουν το λόγο στα τρία και κάτι, τότε οι υπόλοιπες, οι τρισύλλαβες ή οι πολυσύλλαβες, που περιείχαν διφθόγγους, διαλυτικά, υπογεγραμμένες, ψιλές και δασείες, και τέτοια σύνθετα πράγματα, τι θα έκαναν από τότε και πέρα; Αυτά σκεφτόταν η Λένα και κατέληξε στο συμπέρασμα πως οι λέξεις δεν ήταν για να τις ξεστομίζουμε ασυλλόγιστα» οι λέξεις είναι για να τις φυλάμε και τις κρατάμε μυστικές κι επτασφράγιστες. Η Λένα έγινε συλλέκτρια λέξεων.

Η Αθηνά Χατζή είναι συλλέκτρια λέξεων. Χιλιάδες πρωτότυπες λέξεις γίνονται υπάκουα στρατιωτικά στην υπηρεσία απείθαρχων σκέψεων, οι οποίες μπαίνουν σε τάξη, χάρη στη λατρεία της συγγραφέως για το λόγο. Έχει τόσες σκέψεις στοιβαγμένες στο κεφάλι της, μόνο αν είναι κάποιος δεινός διαχειριστής του λόγου μπορεί να τις βάλει σε μια τάξη, όπως αποδεικνύεται από τον αμύθητο θησαυρό αποκρυσταλλωμένων ιδεών που αποτυπώνονται στο βιβλίο δίκην αποφθέγματος.. Λέξεις και σκέψεις τις γητεύει στο τέλος σαν χαρισματικός στρατηλάτης.
Γητεύει τις λέξεις και γοητεύει τους αναγνώστες. Τις παρατάσσει με σχέδιο μάχης και υπηρετεί το στοχασμό και τη φαντασία της. Φτιάχνει φράσεις πόνου και φράσεις στοργής, φτιάχνει φράσεις σκληρές και φράσεις αστείες, φράσεις σαν μεμονωμένα έργα τέχνης, σμιλευμένα και καλοδουλεμένα με περισσό μεράκι χωρίς να υπολογίζει το χρόνο και τον κόπο. Κάποιες φορές οι λέξεις της γίνονται σύμβολα και ενδυναμώνουν ακόμη περισσότερο την ιδέα. Ενδεικτικά αναφέρω το σύμβολο του χάρτη, τη λίστα της απάτης και το σύμβολο της ερήμου. Κι άλλοτε μπορεί να χρησιμοποιήσει ένα μύθο για να απομυθοποιήσει κοινωνικά στερεότυπα. Το χιούμορ της έστω και μαύρο κάποιες φορές είναι προφανές και χαλαρώνει τη σφιχτή δομή του κειμένου όσο πρέπει για να ανασάνει ο αναγνώστης. Χαρακτηριστική επίσης, είναι η ιλιγγιώδης ταχύτητα σκέψης της συγγραφέως καθώς το βιβλίο είναι ένας χείμαρρος από ευρηματικές διατυπώσεις προβληματισμών, με καυστι-κότητα και ειρωνεία, με χιούμορ και άλλοτε με πικρόχολη θλίψη αλλά πάντως ντυμένες πάντα περίτεχνα με το αγνό περίβλημα της λεπτομέρειας ενώ η συμπύκνωση τους χαρίζει τη δύναμη ρητού.
Προφανής είναι ακόμη η πίστη της συγγραφέως ότι η τέχνη είναι πέρα από έκφραση, διέξοδος των καταπιεσμένων σκέψεων και συναισθημάτων. Η Λένα εκφράζεται με τη γραφή, ο Ιωσήφ ο αδερφός της με τη ζωγραφική, η Μαρία ακούει και παίζει μουσική.
Και τέχνη, όπως πάλι σε κάποια φράση της που της σημείωνα κι εγώ σαν παιδί που μαζεύει στην άμμο κοχύλια, είναι αυτή που πετυχαίνει να μεταδώσει το μήνυμά της.
Και η Αθηνά τα καταφέρνει τέλεια. Δεν μ’ έκανε απλώς να κατανοήσω το μήνυμά της αλλά να το νιώσω κι αυτό είναι η μέγιστη επιτυχία της τέχνης. Να προσφέρει συγκίνηση. Αυτή είναι η ατόφια λογοτεχνία. Το la sagrada familia είναι ατόφια λογοτεχνία. Με τις υπέροχες λέξεις που γίνονται εικόνες στο πι και φι, με εύστροφη διατύπωση, με νευρώδη και ακοίμητη σκέψη, με φαντασία συνυφασμένη με απαράμιλλη λεκτική ευρηματικότητα. Στο είχα πει και παλιά Αθηνά ότι "το 'χεις". Αυτό το βιβλίο θα κάνει μεγάλο ταξίδι. Καλή επιτυχία!

8 σχόλια:

Τέσυ Μπάιλα είπε...

Ωραίο βιβλίο, μια καταπληκτική παρουσίαση και λαμπερές παρουσίες! Όλοι όσοι είχαμε την ευκαιρία να έρθουμε στον Ελευθερουδάκη την προηγούμενη Δευτέρα απολαύσαμε μια ιδιαίτερη βραδιά και την κύρια παρουσιάστρια του βιβλίου να λάμπει!
Το βιβλίο εξαιρετικό, με κύριο μέλημα του την Ελληνική γλώσσα, από μια αληθινή συλλέκτρια λέξεων, αφού μέσα στις σελίδες του βιβλίου της η Αθηνά καταδεικνύει τη γλώσσα
ως μια επιφάνεια λεία και λάμπουσα, και πάνω της χαράσσει με απαράμιλλη μαεστρία, όλο τον εννοιολογικό πλουτισμό του εσωτερικού ήθους, που από την αρχαιότητα έως και τις μέρες μας φέρει.
Με όχημα την εννοιολογική σήμανση, το κείμενο καταφέρνει να περνά από την αισθητική του συμπυκνωμένου λόγου στη λογική και αντίστροφα.
Έτσι, η πυκνή υφή του λόγου μεταβάλλεται σε τεχνοτροπική αναγκαιότητα που χαρακτηρίζει εκφραστικά το έργο και αναμφίβολα τα προσδιορίζει!
Ελλειπτικές προτάσεις, μακροπερίοδος λόγος στοιχειοθετούν το αναγκαίο πλαίσιο αναφοράς που χρειάζεται ο συγγραφέας για να αποδώσει το μήνυμα σε κάθε δυνατό αποδέκτη.
Το ίδιο το μήνυμα έτσι κι αλλιώς γοητευτικό.
Η ιδέα της μοναξιάς που βιώνεται μέσα στο κοινωνικό περίγυρο της οικογένειας, αλλά και εκτός, σε κάθε μορφή διαπροσωπικών σχέσεων, και καθορίζει τελικά τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στα μέλη της ως δύναμη κινητήριος της εσωτερικής αναζήτησης ή του προσωπικού ταξιδιού.
Του ταξιδιού που όλοι μας κάνουμε, κυρίως για το ταξίδι και όχι για τον προορισμό.
Συγχαρητήρια και καλή επιτυχία στο ταξίδι που το βιβλίο ήδη έχει ξεκινήσει.΄
Τέσυ Μπάιλα

αθηνά χατζή/ athena hadji είπε...

Πασχαλία μου,

τα λόγια δεν αρκούν για να εκφράσω την τιμή που ήταν για μένα, τη χαρά που ένιωσα, την εμπιστοσύνη που θα με παρουσίαζες εσύ.
Το κείμενό σου φανερώνει την ευαισθησία και τη γνώση με την οποία διάβασες το κείμενό μου κι αυτό με συγκινεί.
Ευχαριστώ που πίστεψες σε μένα εξαρχής κι αυτό θα το μετρώ και θα το θυμάμαι πάντοτε.

Ανώνυμος είπε...

Καλησπέρα
είναι αλήθεια, όσα η Τέσσυ έγραψε,το βιβλίο θα περπατήσει στα χρόνια, στη θέση "αγαπημένα". Εγώ, θα σταθώ στην υπέροχη βραδιά που είχαμε την τύχη να ζήσουμε όλοι όσοι ήμασταν εκεί. Σπάνια βραδιά, προιόν σπάνιων ανθρώπων, που έβαλαν το χέρι τους, τις γνώσεις και την ψυχή τους, για να γίνει εκείνο το μαγικό βράδυ σαν απιδική αγκαλιά, που όποιον κλείνει μέσα της, τον εξαγνίζει, ανεβάζοντας τον πιό ψηλά. Ευχαριστώ, που σαν κοινό το έζησα, και βέβαια, κάτι κοινότυπο,
ακόμα μια φορά ειπωμένο από μέρους μου:
Οι φίλοι, είναι επένδυση ζωής. Κι όταν είναι τόσο "φωτισμένοι" είναι τιμή για κείνους που θα λουστούν λίγο απ' το φως τους. Το βράδυ της παρουσίασης, το φως αυτό, ακολούθησε όλους,και μετά το τέλος της εκδήλωσης.
Συγχαρητήρια!
Περικλής

Yianna είπε...

Καλό μεσημέρι κα Τραυλού
Το βιβλίο της κας Χατζή μου έκανε εντύπωση από την πρώτη μέρα που το είδα στην αρχική σελίδα του Ψυχογιού. Εντύπωση μου έκανε και η περίληψη αλλά και ο ...ξένος τίτλος. Ξέρετε γιατί έχει επιλέξει αυτό τον συγκεκριμένο τίτλο για το βιβλίο της???

Ανώνυμος είπε...

Υποθέτω λόγω του ότι η φράση σημαίνει η ιερή οικογένεια με μια κάπως ειρωνική χροιά. Ωστόσο, ίσως είναι καλύτερο να αποτανθείς στο ιστολόγιο της ίδιας και να την ρωτήσεις. Εκτίμησή μου είναι ότι με τον ξένο τίτλο τραβάει περισσότερο την προσοχή και δίνει έμφαση στο περιεχόμενο που αντίκειται αυτής της σημασίας.
ΠΑΣΧΑΛΙΑ ΤΡΑΥΛΟΥ

Yianna είπε...

Κα Τραυλού καλό απόγευμα
Το σχόλιο μου, άσχετο με την ανάρτηση! Μόλις έχω παραλάβει το ενυπόγρφο βιβλίο σας! Σας ευχαριστώ πολύ, πολύ! Θα ξεκινήσω διάβασμα....το συντομότερο!!!

Γιώτα Φώτου είπε...

πασχαλία μου είπες και από κοντά την άποψή σου για το βιβλίο, αλλά ΚΑΙΓΟΜΑΙ. Ωστόσο υποσχέθηκα στον εαυτό μου να το διαβάσω μέσα στο Πάσχα. Η παρουσίασή σου όπως πάντα καταπληκτική. Για το ΕΣΤΩ ΜΙΑ ΦΟΡΑ ακούω τα καλύτερα από όσους το διαβάζουν. Φιλιά

Ανώνυμος είπε...

Γιάννα μου, καλησπέρα. Ελπίζω ν' απολαύσεις το βιβλίο και να μην σε απογοητεύσω.
Γιώτα, καλοτάξιδο το νέο παιδικό και ελπίζω σύντομα να έχω τη χαρά να παρουσιάσω κι ένα καινούργιο ενηλίκων. Φιλιά πολλά σε όλους.
Πασχαλία Τραυλού